ὑπερορία: Difference between revisions

From LSJ

ὃς ἂν βούληται τῆν γῆν κινῆσαι κινησάτω τὸ πρῶτον ἑαυτόν → let him that would move the world first move himself

Source
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
m (Text replacement - "(sc. " to "(''sc.'' ")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''ὑπερορία:''' ἡ (sc. γῆ) зарубежные края (Xen. etc.; εἰς τὴν ὑπερορίαν ἀποδημεῖν Plat.).
|elrutext='''ὑπερορία:''' ἡ (''[[sc.]]'' γῆ) зарубежные края (Xen. etc.; εἰς τὴν ὑπερορίαν ἀποδημεῖν Plat.).
}}
}}
{{ls
{{ls

Revision as of 11:44, 30 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑπερορία Medium diacritics: ὑπερορία Low diacritics: υπερορία Capitals: ΥΠΕΡΟΡΙΑ
Transliteration A: hyperoría Transliteration B: hyperoria Transliteration C: yperoria Beta Code: u(perori/a

English (LSJ)

ἡ, v. ὑπερόριος 1.2.

German (Pape)

[Seite 1200] ἡ, s. ὑπερόριος.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
v. ὑπερόριος.

Russian (Dvoretsky)

ὑπερορία: ἡ (sc. γῆ) зарубежные края (Xen. etc.; εἰς τὴν ὑπερορίαν ἀποδημεῖν Plat.).

Greek (Liddell-Scott)

ὑπερορία: ἡ, ἴδε ὑπερόριος.

Greek Monolingual

η / ὑπερορία, ΝΜΑ
βλ. υπερόριος.

Greek Monotonic

ὑπερορία: ἡ, βλ. ὑπερόριος.

Middle Liddell

ὑπερορία, ἡ, [v. ὑπερόριος.]