ἀντεπίρρημα: Difference between revisions

From LSJ

Ἐπ' ἀνδρὶ δυστυχοῦντι μὴ πλάσῃς κακόν → Miseri miseriae ne quid affingas mali → Vermehre nicht dem Unglücksraben noch sein Leid

Menander, Monostichoi, 145
m (pape replacement)
m (Text replacement - "(?s)({{elru\n\|elrutext.*}}\n)({{.*}}\n)({{pape.*}})" to "$3 $1$2")
Line 12: Line 12:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ματος, τό<br />[[antepirrema]] parte de la [[parábasis]] de la [[comedia]], Heph.<i>Poëm</i>.8.2, cf. Poll.4.112.
|dgtxt=-ματος, τό<br />[[antepirrema]] parte de la [[parábasis]] de la [[comedia]], Heph.<i>Poëm</i>.8.2, cf. Poll.4.112.
}}
{{pape
|ptext=τό, <i>der dem [[ἐπίρρημα]] entsprechende [[Teil]] eines Chorgesangs</i>, Poll. 4.112.
}}
}}
{{elru
{{elru
Line 21: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀντεπίρρημα]], το (Α)<br />[[τμήμα]] της αρχαίας κωμωδίας, το οποίο ακολουθεί το [[επίρρημα]] ([[συνήθως]] σε τροχαϊκούς τετραμέτρους [[μετά]] την [[παράβαση]]).
|mltxt=[[ἀντεπίρρημα]], το (Α)<br />[[τμήμα]] της αρχαίας κωμωδίας, το οποίο ακολουθεί το [[επίρρημα]] ([[συνήθως]] σε τροχαϊκούς τετραμέτρους [[μετά]] την [[παράβαση]]).
}}
{{pape
|ptext=τό, <i>der dem [[ἐπίρρημα]] entsprechende [[Teil]] eines Chorgesangs</i>, Poll. 4.112.
}}
}}

Revision as of 12:50, 30 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀντεπίρρημα Medium diacritics: ἀντεπίρρημα Low diacritics: αντεπίρρημα Capitals: ΑΝΤΕΠΙΡΡΗΜΑ
Transliteration A: antepírrēma Transliteration B: antepirrēma Transliteration C: antepirrima Beta Code: a)ntepi/rrhma

English (LSJ)

ατος, τό, antepirrhema, counter-epirrhema, Heph.Poeëm.8.2, Poll.4.112; v. ἐπίρρημα.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
antepirrema parte de la parábasis de la comedia, Heph.Poëm.8.2, cf. Poll.4.112.

German (Pape)

τό, der dem ἐπίρρημα entsprechende Teil eines Chorgesangs, Poll. 4.112.

Russian (Dvoretsky)

ἀντεπίρρημα: ατος τό антэпиррема (в староатт. комедии - второе заключит. слово, следовавшее вместе с эпирремой после парабазы).

Greek (Liddell-Scott)

ἀντεπίρρημα: τό, Πολυδ. Δ΄, 112∙ ἴδε ἐν λ. ἐπίρρημα.

Greek Monolingual

ἀντεπίρρημα, το (Α)
τμήμα της αρχαίας κωμωδίας, το οποίο ακολουθεί το επίρρημα (συνήθως σε τροχαϊκούς τετραμέτρους μετά την παράβαση).