errar: Difference between revisions
From LSJ
δυνατὰ δὲ οἱ προύχοντες πράσσουσι καὶ οἱ ἀσθενεῖς ξυγχωροῦσιν → the strong do what they will; the weak do what they must | the strong do what they can and the weak suffer what they must | they that have odds of power exact as much as they can, and the weak yield to such conditions as they can get
(2) |
mNo edit summary |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{esel | {{esel | ||
|sltx=[[ | |sltx=[[ἀγνοέω]], [[ἀλάομαι]], [[ἁλιόω]], [[ἀλιταίνω]], [[ἀλιτεύω]], [[ἀλογέω]], [[ἁμαρτάνω]], [[ἀμπλακίσκω]], [[ἀμφιπολέω]], [[ἀπατάω]], [[ἀποπλανάω]], [[ἀπορρέμβομαι]], [[ἀφαμαρτάνω]], [[διαμαρτάνω]], [[διαμφοδέω]], [[διαπίπτω]], [[διαπλανάω]], [[διασφάλλω]], [[διαφοιτάω]], [[δινέω]], [[ἐκπίπτω]], [[ἐλλείπω]], [[ἐμπλάζω]], [[ἐμπλανάομαι]], [[ἐνθριάζω]], [[ἐξαμαρτάνω]], [[ἐξαπάγω]], [[ψεύδομαι]] | ||
}} | }} |
Revision as of 06:23, 18 April 2023
Spanish > Greek
ἀγνοέω, ἀλάομαι, ἁλιόω, ἀλιταίνω, ἀλιτεύω, ἀλογέω, ἁμαρτάνω, ἀμπλακίσκω, ἀμφιπολέω, ἀπατάω, ἀποπλανάω, ἀπορρέμβομαι, ἀφαμαρτάνω, διαμαρτάνω, διαμφοδέω, διαπίπτω, διαπλανάω, διασφάλλω, διαφοιτάω, δινέω, ἐκπίπτω, ἐλλείπω, ἐμπλάζω, ἐμπλανάομαι, ἐνθριάζω, ἐξαμαρτάνω, ἐξαπάγω, ψεύδομαι