ρινοτόρος: Difference between revisions

From LSJ

κρεῖττον σιωπᾶν ἐστιν ἢ λαλεῖν μάτην → it's better to keep silence than to speak without reason (Menander)

Source
(36)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. $2$4]")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />(για τον Άρη) αυτός που διατρυπά τη [[δερμάτινη]] [[ασπίδα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ῥινός]] «[[δέρμα]]» <span style="color: red;">+</span> -[[τόρος]] (<span style="color: red;"><</span> θ. <i>τορ</i>- του αορ. <i>τορ</i>-<i>εῖν</i> του [[τείρω]] «[[τρυπώ]]»), <b>πρβλ.</b> <i>χαλκό</i>-<i>τορος</i>].
|mltxt=-ον, Α<br />(για τον Άρη) αυτός που διατρυπά τη [[δερμάτινη]] [[ασπίδα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ῥινός]] «[[δέρμα]]» <span style="color: red;">+</span> -[[τόρος]] (<span style="color: red;"><</span> θ. <i>τορ</i>- του αορ. <i>τορ</i>-<i>εῖν</i> του [[τείρω]] «[[τρυπώ]]»), [[πρβλ]]. [[χαλκότορος]]].
}}
}}

Latest revision as of 11:40, 10 May 2023

Greek Monolingual

-ον, Α
(για τον Άρη) αυτός που διατρυπά τη δερμάτινη ασπίδα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ῥινός «δέρμα» + -τόρος (< θ. τορ- του αορ. τορ-εῖν του τείρω «τρυπώ»), πρβλ. χαλκότορος].