ἑκάτερθε: Difference between revisions
ἡδονήν, μέγιστον κακοῦ δέλεαρ → pleasure, the greatest incitement to evildoing | pleasure, a most mighty lure to evil | pleasure, the great bait to evil
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2") |
m (LSJ1 replacement) |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=ekaterthe | |Transliteration C=ekaterthe | ||
|Beta Code=e(ka/terqe | |Beta Code=e(ka/terqe | ||
|Definition=before a vowel | |Definition=before a vowel [[ἑκάτερθεν]], ''poet.'' Adv.<br><span class="bld">A</span> = [[ἑκατέρωθεν]], [[on each side]], [[on either hand]], ἀμφίπολός οἱ..ἑ. παρέστη Od.1.335; τρεῖς ἑ. Il. 11.27, cf. A.R. 1.564: also in late Ion. Prose, Aret.''SD''2.3.<br><span class="bld">2</span> c. gen., ἑ. οξμίλου Il.3.340, 23.813, cf. 329; ἑ. πόληος Od.6.263. | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE |
Latest revision as of 10:36, 25 August 2023
English (LSJ)
before a vowel ἑκάτερθεν, poet. Adv.
A = ἑκατέρωθεν, on each side, on either hand, ἀμφίπολός οἱ..ἑ. παρέστη Od.1.335; τρεῖς ἑ. Il. 11.27, cf. A.R. 1.564: also in late Ion. Prose, Aret.SD2.3.
2 c. gen., ἑ. οξμίλου Il.3.340, 23.813, cf. 329; ἑ. πόληος Od.6.263.
Spanish (DGE)
• Alolema(s): -θεν ante vocal
• Prosodia: [-ᾰ-]
1 adv. a uno y otro lado, de cada lado δράκοντες ... τρεῖς ἑ. tres serpientes a cada lado, Il.11.27, ἀμφίπολος δ' ἄρα οἱ κεδνὴ ἑ. παρέστη una fiel servidora la flanqueaba a cada lado, Od.1.335, τανυσσάμενοι ἑ. A.R.1.564.
2 prep. c. gen. a cada lado de ἑ. ὁμίλου uno a cada lado de la multitud, Il.3.340, 23.813, τοῦ ἑ. a uno y otro lado de este, Il.23.329, ἑ. πόληος Od.6.263, τῆς κύστιος ἑ. ... Aret.SD 2.3.1.
German (Pape)
[Seite 751] vor Vocalen ἑκάτερθεν, = ἑκατέρωθεν, Hom. öfter, ὁμίλου Il. 3, 340.
French (Bailly abrégé)
adv.
c. ἑκάτερθεν dev. une cons.
Russian (Dvoretsky)
ἑκάτερθε: (ν) adv. Hom. = ἑκατέρωθεν.
Greek (Liddell-Scott)
ἑκάτερθε: ᾰ πρὸ συμφώνου, πρὸ δὲ φωνήεντος -θεν, ἐπίρρ. ἀντὶ τοῦ ἑκατέρωθεν, ἐξ ἑκατέρου μέρους, Λατ. utrinque, ἀμφίπολος... ἑκάτερθε παρέστη Ὀδ. Α. 335· τρεῖς ἑκ. Ἰλ. Λ. 37, κτλ. 2) μετὰ γεν., ἑκάτερθεν ὁμίλου Γ. 340, πρβλ. Ψ. 329, 813· ἑκάτερθε πόληος Ὀδ. Ζ. 263.
Greek Monotonic
ἑκάτερθε: [ᾰ], πριν από φωνήεν -θεν, επίρρ. αντί ἑκατέρωθεν, από κάθε πλευρά, και από τις δύο μεριές, Λατ. utrinque, σε Όμηρ.· με γεν., στην κάθε πλευρά του, στον ίδ.
Middle Liddell
on each side, on either hand, Lat. utrinque, Hom.: —c. gen. on each side of, Hom.