παρεμφερής: Difference between revisions

From LSJ

ὅπλον μέγιστόν ἐστιν ἡ ἀρετή βροτοῖς → man's greatest weapon is virtue, virtue is the greatest weapon for mortals

Source
m (LSJ1 replacement)
m (Text replacement - "Arist.''HA''" to "Arist.''HA''")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=paremferis
|Transliteration C=paremferis
|Beta Code=paremferh/s
|Beta Code=paremferh/s
|Definition=παρεμφερές, [[somewhat like]], [[varia lectio|v.l.]] in Arist.''HA'' 524b10, cf. D.S.1.35,98, etc. Adv. [[παρεμφερῶς]] = [[in almost similar manner]] Zos.5.16.
|Definition=παρεμφερές, [[somewhat like]], [[varia lectio|v.l.]] in [[Aristotle|Arist.]]''[[Historia Animalium|HA]]'' 524b10, cf. D.S.1.35,98, etc. Adv. [[παρεμφερῶς]] = [[in almost similar manner]] Zos.5.16.
}}
}}
{{pape
{{pape

Revision as of 22:00, 24 November 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παρεμφερής Medium diacritics: παρεμφερής Low diacritics: παρεμφερής Capitals: ΠΑΡΕΜΦΕΡΗΣ
Transliteration A: parempherḗs Transliteration B: parempherēs Transliteration C: paremferis Beta Code: paremferh/s

English (LSJ)

παρεμφερές, somewhat like, v.l. in Arist.HA 524b10, cf. D.S.1.35,98, etc. Adv. παρεμφερῶς = in almost similar manner Zos.5.16.

German (Pape)

[Seite 515] ές, etwas od. fast ähnlich; Arist. H. A. 4, 1; ὦτα καὶ κέρκον καὶ φωνὴν ἵππῳ παρεμφερῆ ἔχει, D. Sic. 1, 35; a. Sp.

Russian (Dvoretsky)

παρεμφερής: довольно сходный, несколько похожий (τινι Arst., Diod.).

Greek (Liddell-Scott)

παρεμφερής: -ές, κἄπως ὅμοιος, διάφ. γραφ. ἐν Ἀριστ. περὶ τὰ Ζ. Ἱστ. 4. 1, 18, Διόδ. 1. 35, 98, κτλ. Ἐπίρρ. -ρῶς, Ζώσιμ. 5, 16.

Greek Monolingual

-ές, ΝΑ
αυτός που είναι σε ορισμένο βαθμό, όχι απόλυτα, όμοιος με κάποιον άλλο, σχεδόν ίδιος, κάπως όμοιος, παραπλήσιος («ὦτα δὲ καὶ κέρκον καὶ φωνὴν ἵππῳ παρεμφερῆ», Διόδ. Σ.).
επίρρ...
παρεμφερώς / παρεμφερῶς, ΝΑ
κατά τρόπο σχεδόν όμοιο, παραπλήσιο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α)- + ἐμφερής «όμοιος, παρόμοιος»].