ἑτερόμαλλος: Difference between revisions

From LSJ

μωρία δίδωσιν ἀνθρώποις κακά → Inepta mens hominibus impertit mala → Die Torheit gibt den Menschen Unglück zum Geschenk

Menander, Monostichoi, 224
m (LSJ1 replacement)
m (Text replacement - "Hsch.]]s.v." to "Hsch.]] s.v.")
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=eteromallos
|Transliteration C=eteromallos
|Beta Code=e(tero/mallos
|Beta Code=e(tero/mallos
|Definition=ἑτερόμαλλον, [[woolly]], [[shaggy on one side]], Str. 5.1.12: alsoἑτερο-μαλλής, ές, [[Hesychius Lexicographus|Hsch.]]s.v. [[καυνάκαι]].
|Definition=ἑτερόμαλλον, [[woolly]], [[shaggy on one side]], Str. 5.1.12: alsoἑτερο-μαλλής, ές, [[Hesychius Lexicographus|Hsch.]] [[s.v.]] [[καυνάκαι]].
}}
}}
{{pape
{{pape

Latest revision as of 10:08, 23 March 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἑτερόμαλλος Medium diacritics: ἑτερόμαλλος Low diacritics: ετερόμαλλος Capitals: ΕΤΕΡΟΜΑΛΛΟΣ
Transliteration A: heterómallos Transliteration B: heteromallos Transliteration C: eteromallos Beta Code: e(tero/mallos

English (LSJ)

ἑτερόμαλλον, woolly, shaggy on one side, Str. 5.1.12: alsoἑτερο-μαλλής, ές, Hsch. s.v. καυνάκαι.

German (Pape)

[Seite 1049] auf der einen Seite zottig, Strab. V p. 218.

Greek (Liddell-Scott)

ἑτερόμαλλος: -ον, λάσιος, δασὺς, ἐπὶ τοῦ ἑνὸς μέρους, Στράβ. 218. - ἑτερομαλλής, ές, «καυνάκαι· στρώματα ἢ ἐπιβόλαια ἑτερομαλλῆ» Ἡσύχ. ἐν λ. καυνάκαι (ἀλλὰ κατὰ Κόντον ἐν Ἀθηνᾶς τ. Α΄, σ. 22, τὸ ἑτερομαλλῆ ὡς ἀσύστατον τρεπτέον εἰς τὸ ἑτερόμαλλα).

Greek Monolingual

ἑτερόμαλλος, -ον και ἑτερομαλλής, -ές (Α)
με μαλλί στο ένα από τα δύο μέρη («οἱ τάπητες... πᾶν ἀμφίμαλλόν τε καὶ ἑτερόμαλλον», Στράβ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ετερο- + μαλλός, πρβλ. δασύμαλλος].