ποικιλτικός: Difference between revisions
κινδυνεύει μὲν γὰρ ἡμῶν οὐδέτερος οὐδὲν καλὸν κἀγαθὸν εἰδέναι, ἀλλ᾽ οὗτος μὲν οἴεταί τι εἰδέναι οὐκ εἰδώς, ἐγὼ δέ, ὥσπερ οὖν οὐκ οἶδα, οὐδὲ οἴομαι· ἔοικα γοῦν τούτου γε σμικρῷ τινι αὐτῷ τούτῳ σοφώτερος εἶναι, ὅτι ἃ μὴ οἶδα οὐδὲ οἴομαι εἰδέναι. → for neither of us appears to know anything great and good; but he fancies he knows something, although he knows nothing; whereas I, as I do not know anything, so I do not fancy I do. In this trifling particular, then, I appear to be wiser than he, because I do not fancy I know what I do not know.
(13_3) |
(6_10) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0651.png Seite 651]] zum Sticker, zum Sticken gehörig, dazu geschickt; ἡ ποικιλτική, sc. [[τέχνη]], Stickerkunft, Stickerei, Sp., wie D. Hal. C. V. 3 E. – Adv., Poll. 7, 34. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0651.png Seite 651]] zum Sticker, zum Sticken gehörig, dazu geschickt; ἡ ποικιλτική, sc. [[τέχνη]], Stickerkunft, Stickerei, Sp., wie D. Hal. C. V. 3 E. – Adv., Poll. 7, 34. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ποικιλτικός''': -ή, -όν, ἐπιδέξιος εἰς τὸ ποικίλλειν, [[Πολυδ]]. Ζ΄, 34· ― ἡ ποικιλιτικὴ (ἐξυπ. [[τέχνη]]), ὡς τὸ [[ποικιλία]], [[αὐτόθι]], Διον. Ἁλ. περὶ Συνθ. 2. | |||
}} | }} |
Revision as of 09:27, 5 August 2017
English (LSJ)
ή, όν,
A skilful in embroidery, Poll.7.34: ἡ -κή (with or without τέχνη) embroidery, ibid., D.H.Comp.2, Ph.1.652, Vett.Val.3.21; π. ἐπιστήμη LXXJb.38.36; ποικιλτικά, v.l. for ποικιλτά, ib.Ex.37.21 (38.23).
German (Pape)
[Seite 651] zum Sticker, zum Sticken gehörig, dazu geschickt; ἡ ποικιλτική, sc. τέχνη, Stickerkunft, Stickerei, Sp., wie D. Hal. C. V. 3 E. – Adv., Poll. 7, 34.
Greek (Liddell-Scott)
ποικιλτικός: -ή, -όν, ἐπιδέξιος εἰς τὸ ποικίλλειν, Πολυδ. Ζ΄, 34· ― ἡ ποικιλιτικὴ (ἐξυπ. τέχνη), ὡς τὸ ποικιλία, αὐτόθι, Διον. Ἁλ. περὶ Συνθ. 2.