ἀήτη: Difference between revisions
ἤκουσεν ἐν Ῥώμῃ καὶ ἀρσένων ἑταιρίαν εἶναι → he heard that there was also a fellowship of males in Rome (Severius, commentary on Romans 1:27)
(13_6b) |
(6_9) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0044.png Seite 44]] ἡ, u. [[ἀήτης]], ὁ ([[ἄημι]]) das Wehen, Iliad. 15, 626 ἀνέμοιο δεινὸς [[ἀήτη]], 14, 254 ἀργαλέων ἀνέμων ἀήτας, Od. 4, 567 Ζεφύροιο λιγὺ πνείοντας ἀήτας, 9, 139 ἐπιπνεύσωσιν ἀῆται; Hes. O. 621 παντοίων ἀνέμων θὐουσιν ἀῆται, 645 ἄνεμοί γε κακὰς ἀπέχωσιν ἀήτας, 675 Νότοιό τε δεινὰς ἀήτας; als v. l. erscheint in den Scholl. Od. 4, 567 πνείοντος, Iliad. 15, 626 [[ἀήτης]]; Aristarch las [[ἀήτη]], Schol. Aristonic. 15, 626 ὅτι ἀρσενικῶς δειν ὸς ἀ ήτ η, ἀλλ' οὐ δεινή, ὡς »κλυτὸς'Ιπποδάμεια (2, 742)«. [[ἔνιοι]] δὲ ἀγνοοῦντες'ποιοῦσι δει νὸς [[ἀήτης]]· ἀλλ' οὐ δεῖγράφειν [[οὕτως]]. Vgl. Apoll. Lex. H. 12, 3; Friedlaend. Ariston. 31; – allein für Wind Theocr. 2, 38. 22, 8 u. sp. D. Plat. Crat. 4105 bemerkt οἱ ποιηταὶ τὰ πνεύματα ἀήτας καλοῦσι. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0044.png Seite 44]] ἡ, u. [[ἀήτης]], ὁ ([[ἄημι]]) das Wehen, Iliad. 15, 626 ἀνέμοιο δεινὸς [[ἀήτη]], 14, 254 ἀργαλέων ἀνέμων ἀήτας, Od. 4, 567 Ζεφύροιο λιγὺ πνείοντας ἀήτας, 9, 139 ἐπιπνεύσωσιν ἀῆται; Hes. O. 621 παντοίων ἀνέμων θὐουσιν ἀῆται, 645 ἄνεμοί γε κακὰς ἀπέχωσιν ἀήτας, 675 Νότοιό τε δεινὰς ἀήτας; als v. l. erscheint in den Scholl. Od. 4, 567 πνείοντος, Iliad. 15, 626 [[ἀήτης]]; Aristarch las [[ἀήτη]], Schol. Aristonic. 15, 626 ὅτι ἀρσενικῶς δειν ὸς ἀ ήτ η, ἀλλ' οὐ δεινή, ὡς »κλυτὸς'Ιπποδάμεια (2, 742)«. [[ἔνιοι]] δὲ ἀγνοοῦντες'ποιοῦσι δει νὸς [[ἀήτης]]· ἀλλ' οὐ δεῖγράφειν [[οὕτως]]. Vgl. Apoll. Lex. H. 12, 3; Friedlaend. Ariston. 31; – allein für Wind Theocr. 2, 38. 22, 8 u. sp. D. Plat. Crat. 4105 bemerkt οἱ ποιηταὶ τὰ πνεύματα ἀήτας καλοῦσι. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ἀήτη''': ἡ, = [[ἀήτης]], Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 643, 673. | |||
}} | }} |
Revision as of 09:49, 5 August 2017
English (LSJ)
ἡ, = sq., Hes.Op.645,675.
German (Pape)
[Seite 44] ἡ, u. ἀήτης, ὁ (ἄημι) das Wehen, Iliad. 15, 626 ἀνέμοιο δεινὸς ἀήτη, 14, 254 ἀργαλέων ἀνέμων ἀήτας, Od. 4, 567 Ζεφύροιο λιγὺ πνείοντας ἀήτας, 9, 139 ἐπιπνεύσωσιν ἀῆται; Hes. O. 621 παντοίων ἀνέμων θὐουσιν ἀῆται, 645 ἄνεμοί γε κακὰς ἀπέχωσιν ἀήτας, 675 Νότοιό τε δεινὰς ἀήτας; als v. l. erscheint in den Scholl. Od. 4, 567 πνείοντος, Iliad. 15, 626 ἀήτης; Aristarch las ἀήτη, Schol. Aristonic. 15, 626 ὅτι ἀρσενικῶς δειν ὸς ἀ ήτ η, ἀλλ' οὐ δεινή, ὡς »κλυτὸς'Ιπποδάμεια (2, 742)«. ἔνιοι δὲ ἀγνοοῦντες'ποιοῦσι δει νὸς ἀήτης· ἀλλ' οὐ δεῖγράφειν οὕτως. Vgl. Apoll. Lex. H. 12, 3; Friedlaend. Ariston. 31; – allein für Wind Theocr. 2, 38. 22, 8 u. sp. D. Plat. Crat. 4105 bemerkt οἱ ποιηταὶ τὰ πνεύματα ἀήτας καλοῦσι.
Greek (Liddell-Scott)
ἀήτη: ἡ, = ἀήτης, Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 643, 673.