ψελλότης: Difference between revisions
ἐπεὰν νῶτον ὑὸς δελεάσῃ περὶ ἄγκιστρον, μετιεῖ ἐς μέσον τὸν ποταμόν, ὁ κροκόδειλος ἵεται κατὰ τὴν φωνήν, ἐντυχὼν δὲ τῷ νώτῳ καταπίνει → when he has baited a hog's back onto a hook, he throws it into the middle of the river, ... the crocodile lunges toward the voice of a squealing piglet, and having come upon the hogback, swallows it
(6_12) |
(Bailly1_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ψελλότης''': -ητος, ἡ, ἀτελὴς ἢ ἐλλιπὴς [[προφορά]]· διακρίνεται τοῦ [[τραυλότης]] ὑπὸ τοῦ Ἀριστ. ἐν Προβλ. 11. 30· ψ. γλώσσης πλούτ. 2. 963C. | |lstext='''ψελλότης''': -ητος, ἡ, ἀτελὴς ἢ ἐλλιπὴς [[προφορά]]· διακρίνεται τοῦ [[τραυλότης]] ὑπὸ τοῦ Ἀριστ. ἐν Προβλ. 11. 30· ψ. γλώσσης πλούτ. 2. 963C. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ητος (ἡ) :<br />défaut de celui qui prononce mal certains sons.<br />'''Étymologie:''' [[ψελλός]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:29, 9 August 2017
English (LSJ)
ητος, ἡ,
A imperfect pronunciation, distd. fr. τραυλότης by Arist.Pr.902b24; ψ. γλώσσης ἰδία νόσος Plu.2.963c.
German (Pape)
[Seite 1393] ητος, ἡ, das Stammeln, Stottern, Anstoßen beim Sprechen, Lispeln, der Naturfehler des ψελλός, Arist. probl. 11, 30.
Greek (Liddell-Scott)
ψελλότης: -ητος, ἡ, ἀτελὴς ἢ ἐλλιπὴς προφορά· διακρίνεται τοῦ τραυλότης ὑπὸ τοῦ Ἀριστ. ἐν Προβλ. 11. 30· ψ. γλώσσης πλούτ. 2. 963C.
French (Bailly abrégé)
ητος (ἡ) :
défaut de celui qui prononce mal certains sons.
Étymologie: ψελλός.