Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

σφαιρικός: Difference between revisions

From LSJ

Οὐ γὰρ ἀργίας ὤνιονὑγίεια καὶ ἀπραξίας, ἅ γε δὴ μέγιστα κακῶν ταῖς νόσοις πρόσεστι, καὶ οὐδὲν διαφέρει τοῦ τὰ ὄμματα τῷ μὴ διαβλέπειν καὶ τὴν φωνὴν τῷ μὴ φθέγγεσθαι φυλάττοντος ὁ τὴν ὑγίειαν ἀχρηστίᾳ καὶ ἡσυχίᾳ σῴζειν οἰόμενος → For health is not to be purchased by idleness and inactivity, which are the greatest evils attendant on sickness, and the man who thinks to conserve his health by uselessness and ease does not differ from him who guards his eyes by not seeing, and his voice by not speaking

Plutarch, Advice about Keeping Well, section 24
(6_10)
(Bailly1_5)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''σφαιρικός''': -ή, -όν, [[σφαιροειδής]], ἔχων [[σχῆμα]] σφαίρας, Πλούτ. 2. 883Β, διάφορ. γραφ. παρ’ Ἀριστ. π. Ζ. Μορ. 4. 5, 35, Πτολ., κλπ. - Ἐπίρρ. -κῶς, ὡς [[σφαῖρα]], Ἀριστ. π. Κόσμ. 3, 5, Πλούτ. 2. 404F. ΙΙ. ὁ ἀνήκων εἰς σφαῖραν ἢ περὶ σφαίρας πραγματευόμενος, τὰ σφαιρικά, ἡ γεωμετρικὴ [[διδασκαλία]] περὶ σφαίρας, Εὐκλείδ. 2) ὁ περὶ τῆς οὐρανίας σφαίρας ἢ ὁ περὶ αὐτῆς πραγματευόμενος, ὁ σφ. [[λόγος]], ἡ [[διδασκαλία]] ἢ [[δοξασία]] περὶ τῶν σφαιρῶν, Διόδ. 4. 27· οὕτω, τὰ σφαιρικὰ Ἀνθ. Π. 11. 318, Εὐσ. Εὐαγγ. Προπ. 98C· ἡ τῶν σφ. [[ἀστρονομία]], σύγγραμα μνημονευόμενον ὑπὸ τοῦ Ὀλυμπιοδ.· [[ὡσαύτως]] ἡ σφραιρικὴ (ἐξυπακ. [[ἐπιστήμη]]) Ἰάμβλ., Νικόμ. ΙΙΙ. ἡ σφαιρικὴ (ἐξυπακ. [[τέχνη]]) = ἡ σφαιριστική, Ἀθήν. 14C, 15C.
|lstext='''σφαιρικός''': -ή, -όν, [[σφαιροειδής]], ἔχων [[σχῆμα]] σφαίρας, Πλούτ. 2. 883Β, διάφορ. γραφ. παρ’ Ἀριστ. π. Ζ. Μορ. 4. 5, 35, Πτολ., κλπ. - Ἐπίρρ. -κῶς, ὡς [[σφαῖρα]], Ἀριστ. π. Κόσμ. 3, 5, Πλούτ. 2. 404F. ΙΙ. ὁ ἀνήκων εἰς σφαῖραν ἢ περὶ σφαίρας πραγματευόμενος, τὰ σφαιρικά, ἡ γεωμετρικὴ [[διδασκαλία]] περὶ σφαίρας, Εὐκλείδ. 2) ὁ περὶ τῆς οὐρανίας σφαίρας ἢ ὁ περὶ αὐτῆς πραγματευόμενος, ὁ σφ. [[λόγος]], ἡ [[διδασκαλία]] ἢ [[δοξασία]] περὶ τῶν σφαιρῶν, Διόδ. 4. 27· οὕτω, τὰ σφαιρικὰ Ἀνθ. Π. 11. 318, Εὐσ. Εὐαγγ. Προπ. 98C· ἡ τῶν σφ. [[ἀστρονομία]], σύγγραμα μνημονευόμενον ὑπὸ τοῦ Ὀλυμπιοδ.· [[ὡσαύτως]] ἡ σφραιρικὴ (ἐξυπακ. [[ἐπιστήμη]]) Ἰάμβλ., Νικόμ. ΙΙΙ. ἡ σφαιρικὴ (ἐξυπακ. [[τέχνη]]) = ἡ σφαιριστική, Ἀθήν. 14C, 15C.
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />en forme de sphère, sphérique.<br />'''Étymologie:''' [[σφαῖρα]].
}}
}}

Revision as of 19:38, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σφαιρικός Medium diacritics: σφαιρικός Low diacritics: σφαιρικός Capitals: ΣΦΑΙΡΙΚΟΣ
Transliteration A: sphairikós Transliteration B: sphairikos Transliteration C: sfairikos Beta Code: sfairiko/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A globular, spherical, Placit.1.14.2, al., Cleom.1.1, al., Arist.PA680b14 (v.l.), Ptol.Geog.1.20.2. Adv. -κῶς like a globe, spherically, Arist.Mu.393a1, Plu.2.404f.    2 σ. ἀριθμός, = ἀποκαταστατικὸς (q.v.) ἀριθμός, Nicom.Ar.2.17, Theol.Ar.48, cf. σφαιροειδής 1.2.    II of a sphere, ἐπιφάνεια Euc.Opt.23 (recens.Theonis); προϋφέστηκεν ἡ γεωμετρία τῆς σφαιρικῆς (sc. ἐπιστήμης) Procl. in Euc.p.37 F.: Dor. fem. σφαιρικά, ἁ, Archyt.1.    2 concerning the celestial spheres, σφαιρικὰ . . [τέχνα] Ἀράτου IG12(5).891.4 (Tenos); ὁ σ. λόγος the doctrine of the spheres, D.S.4.27; so τὰ σ. AP11.318 (Phld.), Porph. ap. Eus.PE3.7, Jul.Or.4.148b; ἡ τῶν Θεοδοσίου σφαιρικῶν ἀστρονομία, a work cited by Olymp. in Phlb. p.280 S.; called τὰ Θεοδοσίου σ. by Sch.Autol.p.4 H., and still extant with the latter title (ed. J. L. Heiberg, Abh. d. Gesellsch. d. Wiss.zu Göttingen, Phil.-Hist.Kl., N.F. xix 3, Berlin 1927).    III ἡ -κή (sc. τέχνη), = ἡ σφαιριστική, Ath.1.14e, 15c.    IV -κόν, τό, name of an eye-salve, Gal.12.784.

Greek (Liddell-Scott)

σφαιρικός: -ή, -όν, σφαιροειδής, ἔχων σχῆμα σφαίρας, Πλούτ. 2. 883Β, διάφορ. γραφ. παρ’ Ἀριστ. π. Ζ. Μορ. 4. 5, 35, Πτολ., κλπ. - Ἐπίρρ. -κῶς, ὡς σφαῖρα, Ἀριστ. π. Κόσμ. 3, 5, Πλούτ. 2. 404F. ΙΙ. ὁ ἀνήκων εἰς σφαῖραν ἢ περὶ σφαίρας πραγματευόμενος, τὰ σφαιρικά, ἡ γεωμετρικὴ διδασκαλία περὶ σφαίρας, Εὐκλείδ. 2) ὁ περὶ τῆς οὐρανίας σφαίρας ἢ ὁ περὶ αὐτῆς πραγματευόμενος, ὁ σφ. λόγος, ἡ διδασκαλίαδοξασία περὶ τῶν σφαιρῶν, Διόδ. 4. 27· οὕτω, τὰ σφαιρικὰ Ἀνθ. Π. 11. 318, Εὐσ. Εὐαγγ. Προπ. 98C· ἡ τῶν σφ. ἀστρονομία, σύγγραμα μνημονευόμενον ὑπὸ τοῦ Ὀλυμπιοδ.· ὡσαύτως ἡ σφραιρικὴ (ἐξυπακ. ἐπιστήμη) Ἰάμβλ., Νικόμ. ΙΙΙ. ἡ σφαιρικὴ (ἐξυπακ. τέχνη) = ἡ σφαιριστική, Ἀθήν. 14C, 15C.

French (Bailly abrégé)

ή, όν :
en forme de sphère, sphérique.
Étymologie: σφαῖρα.