ἐπίμετρον: Difference between revisions
(6_21) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐπίμετρον''': τό, κἄτι τι προστιθέμενον [[ὅπως]] πληρώσῃ [[καλῶς]] τὸ [[μέτρον]]. [[ὑπερβολή]], [[προσθήκη]], ἢν γὰρ καί τι δάκῃς, τὸ μὲν ἀβλαβὲς εὐθὺς ἔθηκας, διπλάσιον δ’ ὤνησας· ἔχων δ’ [[ἐπίμετρον]] ἀπῆλθον Θεόκρ. 12. 26· δι’ ὃ καὶ τὸ [[ἐπίμετρον]] ποιεῖ, αὔξεται, γίνεται περισσότερος, ἐπὶ σίτου, Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 4. 13, 7, Πλούτ. 2. 503D, 676B· ἐν ἐπιμέτρῳ, ἐπὶ πλέον, ὡς ἐκ περισσοῦ, Πολύβ. 6. 46, 6· ἐξ ἐπιμέτρου Σέξτ. Ἐμπ. Π. 2. 47, κτλ. | |lstext='''ἐπίμετρον''': τό, κἄτι τι προστιθέμενον [[ὅπως]] πληρώσῃ [[καλῶς]] τὸ [[μέτρον]]. [[ὑπερβολή]], [[προσθήκη]], ἢν γὰρ καί τι δάκῃς, τὸ μὲν ἀβλαβὲς εὐθὺς ἔθηκας, διπλάσιον δ’ ὤνησας· ἔχων δ’ [[ἐπίμετρον]] ἀπῆλθον Θεόκρ. 12. 26· δι’ ὃ καὶ τὸ [[ἐπίμετρον]] ποιεῖ, αὔξεται, γίνεται περισσότερος, ἐπὶ σίτου, Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 4. 13, 7, Πλούτ. 2. 503D, 676B· ἐν ἐπιμέτρῳ, ἐπὶ πλέον, ὡς ἐκ περισσοῦ, Πολύβ. 6. 46, 6· ἐξ ἐπιμέτρου Σέξτ. Ἐμπ. Π. 2. 47, κτλ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (τό) :<br />surplus, surcroît.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπί]], [[μέτρον]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:57, 9 August 2017
English (LSJ)
τό,
A something added to make good measure excess, Theoc.12.26, PTeb.91.11 (ii B.C.); ἐ. ποιεῖν make an increase, Thphr.CP4.13.7, Plu.2.676b; πολὺ ποιεῖ τοῦ ψεύδους ἐ. ib.503d; λόγον ἐν ἐπιμέτρῳ διατίθενται into the bargain, Plb.6.46.6; ἐξ ἐπιμέτρου λέγειν S.E.P.2.47, cf. Gal.8.493.
German (Pape)
[Seite 962] τό, Zugabe, Uebermaaß; Theocr. 12, 26; Theophr. u. Sp.; ἐν ἐπιμέτρῳ, obenein, z. B. λόγον διατίθενται Pol. 6, 46, 6; ἐξ ἐπιμέτρου Sest. Emp. adv. log. 2, 2.
Greek (Liddell-Scott)
ἐπίμετρον: τό, κἄτι τι προστιθέμενον ὅπως πληρώσῃ καλῶς τὸ μέτρον. ὑπερβολή, προσθήκη, ἢν γὰρ καί τι δάκῃς, τὸ μὲν ἀβλαβὲς εὐθὺς ἔθηκας, διπλάσιον δ’ ὤνησας· ἔχων δ’ ἐπίμετρον ἀπῆλθον Θεόκρ. 12. 26· δι’ ὃ καὶ τὸ ἐπίμετρον ποιεῖ, αὔξεται, γίνεται περισσότερος, ἐπὶ σίτου, Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 4. 13, 7, Πλούτ. 2. 503D, 676B· ἐν ἐπιμέτρῳ, ἐπὶ πλέον, ὡς ἐκ περισσοῦ, Πολύβ. 6. 46, 6· ἐξ ἐπιμέτρου Σέξτ. Ἐμπ. Π. 2. 47, κτλ.