ἡνιοχεύς: Difference between revisions

From LSJ

Εὐδαίμονες οἷσι κακῶν ἄγευστος αἰών → Blessed are those whose lives have no taste of suffering

Sophocles, Antigone, 583
(6_8)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἡνιοχεύς''': έως, Ἐπ. ῆος, ὁ, ποιητ. ἀντὶ [[ἡνίοχος]], ὑπὸ δ’ ἔστρεφον ἡνιοχῆες Ἰλ. Ε. 505· θρασὺν Ἕκτορος ἡνιοχῆα Θ. 312.
|lstext='''ἡνιοχεύς''': έως, Ἐπ. ῆος, ὁ, ποιητ. ἀντὶ [[ἡνίοχος]], ὑπὸ δ’ ἔστρεφον ἡνιοχῆες Ἰλ. Ε. 505· θρασὺν Ἕκτορος ἡνιοχῆα Θ. 312.
}}
{{bailly
|btext=έως (ὁ) :<br /><i>gén. épq.</i> ῆος;<br /><i>c.</i> [[ἡνίοχος]].
}}
}}

Revision as of 19:59, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἡνιοχεύς Medium diacritics: ἡνιοχεύς Low diacritics: ηνιοχεύς Capitals: ΗΝΙΟΧΕΥΣ
Transliteration A: hēniocheús Transliteration B: hēniocheus Transliteration C: iniocheys Beta Code: h(nioxeu/s

English (LSJ)

έως, Ep. ῆος, ὁ, poet. for

   A ἡνίοχος, ὑπὸ δ' ἔστρεφον ἡνιοχῆες Il.5.505; θρασὺν Ἕκτορος ἡνιοχῆα    8 312, cf. APl.5.337; the constellation Auriga, Nonn.D.1.178, al.

German (Pape)

[Seite 1172] ὁ, poet. = ἡνίοχος, im plur. ἡνιοχῆες, Il. 5, 505. 8, 312. 16, 837. 19, 401; ἡνιοχῆα Nonn. D. 8, 256.

Greek (Liddell-Scott)

ἡνιοχεύς: έως, Ἐπ. ῆος, ὁ, ποιητ. ἀντὶ ἡνίοχος, ὑπὸ δ’ ἔστρεφον ἡνιοχῆες Ἰλ. Ε. 505· θρασὺν Ἕκτορος ἡνιοχῆα Θ. 312.

French (Bailly abrégé)

έως (ὁ) :
gén. épq. ῆος;
c. ἡνίοχος.