συνθλάω: Difference between revisions

From LSJ

κρεῖττον σιωπᾶν ἐστιν ἢ λαλεῖν μάτην → it's better to keep silence than to speak without reason (Menander)

Source
(6_13b)
(Bailly1_5)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''συνθλάω''': μέλλ. -άσω [ᾰ], [[ὁμοῦ]] θλῶ, [[συντρίβω]], Ἐρατοσθ. Καταστερ. 11, Διόδ. 1. 57 ― Παθ., [[ποτήριον]] ὦτα συντεθλασμένον Ἄλεξις ἐν Ἀδήλ. 12· βίῃ συνθλώμενος ὀστᾶ Μανέθων 5. 201· ἀπολ., συντρίβομαι, κατατρίβομαι, Ἀριστ. Προβλ. 1. 38 (κατὰ τὸν Prantl. ἀντὶ συντεθῇ), Εὐαγγ. κ. Ματθ. κα΄, 44.
|lstext='''συνθλάω''': μέλλ. -άσω [ᾰ], [[ὁμοῦ]] θλῶ, [[συντρίβω]], Ἐρατοσθ. Καταστερ. 11, Διόδ. 1. 57 ― Παθ., [[ποτήριον]] ὦτα συντεθλασμένον Ἄλεξις ἐν Ἀδήλ. 12· βίῃ συνθλώμενος ὀστᾶ Μανέθων 5. 201· ἀπολ., συντρίβομαι, κατατρίβομαι, Ἀριστ. Προβλ. 1. 38 (κατὰ τὸν Prantl. ἀντὶ συντεθῇ), Εὐαγγ. κ. Ματθ. κα΄, 44.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br />briser <i>ou</i> broyer ensemble.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[θλάω]].
}}
}}

Revision as of 20:10, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνθλάω Medium diacritics: συνθλάω Low diacritics: συνθλάω Capitals: ΣΥΝΘΛΑΩ
Transliteration A: synthláō Transliteration B: synthlaō Transliteration C: synthlao Beta Code: sunqla/w

English (LSJ)

   A crush together, Eratosth.Cat.11, D.S.2.57, Arr.An.6.29.9:—Pass., [ποτήριον] ὦτα συντεθλασμένον Alex.270, cf. IG22.1544.21; συνεθλάσθη τὴν κεφαλήν Aen.Gaz. Thphr. p.32 B.; βίῃ συνθλώμενος ὀστᾶ Man.5.201: abs., to be crushed, Arist.Pr.863b13, Ev.Matt.21.44, Gp.9.29.

Greek (Liddell-Scott)

συνθλάω: μέλλ. -άσω [ᾰ], ὁμοῦ θλῶ, συντρίβω, Ἐρατοσθ. Καταστερ. 11, Διόδ. 1. 57 ― Παθ., ποτήριον ὦτα συντεθλασμένον Ἄλεξις ἐν Ἀδήλ. 12· βίῃ συνθλώμενος ὀστᾶ Μανέθων 5. 201· ἀπολ., συντρίβομαι, κατατρίβομαι, Ἀριστ. Προβλ. 1. 38 (κατὰ τὸν Prantl. ἀντὶ συντεθῇ), Εὐαγγ. κ. Ματθ. κα΄, 44.

French (Bailly abrégé)

-ῶ :
briser ou broyer ensemble.
Étymologie: σύν, θλάω.