ἀπαμπλακεῖν: Difference between revisions

From LSJ

ἀλλὰ διὰ τῆς ἀγάπης δουλεύετε ἀλλήλοις. ὁ γὰρ πᾶς νόμος ἐν ἑνὶ λόγῳ πεπλήρωται, ἐν τῷ Ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν → but be enslaved to each other through love; for the whole Torah is fulfilled in one statement: You will love your neighbor as yourself (Galatians 5:13f.)

Source
(6_5)
(big3_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀπᾰμπλακεῖν''': ἀπαρ. τοῦ ἀορ. ἀπήμπλακον ([[ἄνευ]] εὐχρήστου ἐνεστῶτος), = ἀφαμαρτεῖν, ὁλοσχερῶς ἀποτυχεῖν, Σοφ. Τρ. 1139. (Ἕτεροι προτιμῶσι τὸν [[ἄνευ]] τοῦ μ τύπον, ἀπαπλ-)· πρβλ. Ἐλμσλ. ἐν Μηδ. 115.
|lstext='''ἀπᾰμπλακεῖν''': ἀπαρ. τοῦ ἀορ. ἀπήμπλακον ([[ἄνευ]] εὐχρήστου ἐνεστῶτος), = ἀφαμαρτεῖν, ὁλοσχερῶς ἀποτυχεῖν, Σοφ. Τρ. 1139. (Ἕτεροι προτιμῶσι τὸν [[ἄνευ]] τοῦ μ τύπον, ἀπαπλ-)· πρβλ. Ἐλμσλ. ἐν Μηδ. 115.
}}
{{DGE
|dgtxt=(ἀπαμπλᾰκεῖν)<br />sólo aor. [[equivocarse]] στέργημα γὰρ δοκοῦσα προσβαλεῖν σέθεν ἀπήμπλαχ' creyendo darte un filtro de amor, se equivocó</i> S.<i>Tr</i>.1139.
}}
}}

Revision as of 12:15, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπαμπλᾰκεῖν Medium diacritics: ἀπαμπλακεῖν Low diacritics: απαμπλακείν Capitals: ΑΠΑΜΠΛΑΚΕΙΝ
Transliteration A: apamplakeîn Transliteration B: apamplakein Transliteration C: apamplakein Beta Code: a)pamplakei=n

English (LSJ)

inf. of aor. ἀπήμπλακον (no pres. in use),

   A = ἀφαμαρτεῖν, fail utterly, S.Tr.1139.

German (Pape)

[Seite 277] nur aor. ἀπήμπλακον, verfehlen, fehlen, Soph. Tr. 1129.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπᾰμπλακεῖν: ἀπαρ. τοῦ ἀορ. ἀπήμπλακον (ἄνευ εὐχρήστου ἐνεστῶτος), = ἀφαμαρτεῖν, ὁλοσχερῶς ἀποτυχεῖν, Σοφ. Τρ. 1139. (Ἕτεροι προτιμῶσι τὸν ἄνευ τοῦ μ τύπον, ἀπαπλ-)· πρβλ. Ἐλμσλ. ἐν Μηδ. 115.

Spanish (DGE)

(ἀπαμπλᾰκεῖν)
sólo aor. equivocarse στέργημα γὰρ δοκοῦσα προσβαλεῖν σέθεν ἀπήμπλαχ' creyendo darte un filtro de amor, se equivocó S.Tr.1139.