ἀπερίβλεπτος: Difference between revisions

From LSJ

Ἄξιόν ἐστι τὸ ἀρνίον τὸ ἐσφαγμένον λαβεῖν τὴν δύναμιν καὶ τὸν πλοῦτον καὶ σοφίαν καὶ ἰσχὺν καὶ τιμὴν καὶ δόξαν καὶ εὐλογίαν → Worthy is the Lamb that was slain to receive power, and riches, and wisdom, and strength, and honour, and glory, and blessing

Source
(6_18)
(big3_5)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀπερίβλεπτος''': -ον, ὁ μὴ περιβλεπόμενος, [[ἀπερίοπτος]] Α. Β. 8. 9, ἐν λέξ. [[ἀπέρωτος]]. ΙΙ. [[ἀκατάληπτος]], Ἰαμβλ. [[βίος]] Πυθ. 162, «[[ἀνυπονόητος]]» Σουΐδ., «[[ἀπερινόητος]]» Ἡσύχ.
|lstext='''ἀπερίβλεπτος''': -ον, ὁ μὴ περιβλεπόμενος, [[ἀπερίοπτος]] Α. Β. 8. 9, ἐν λέξ. [[ἀπέρωτος]]. ΙΙ. [[ἀκατάληπτος]], Ἰαμβλ. [[βίος]] Πυθ. 162, «[[ἀνυπονόητος]]» Σουΐδ., «[[ἀπερινόητος]]» Ἡσύχ.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[inabarcable]] ἀ. καὶ παμπληθῆ θεωρίας ἔκτασιν Iambl.<i>VP</i> 162, cf. <i>AB</i> 421, Hsch., Sud.<br /><b class="num">2</b> [[carente de visión]] πάντων Hippol.<i>Haer</i>.4.46<br /><b class="num">•</b>[[carente de respeto]] Phryn.<i>PS</i> p.10.<br /><b class="num">II</b> adv. -ως<br /><b class="num">1</b> [[sin ostentación]] Pion.<i>V.Polyc</i>.10.<br /><b class="num">2</b> [[descuidadamente]] Eus.<i>VC</i> 2.16.
}}
}}

Revision as of 12:15, 21 August 2017

German (Pape)

[Seite 287] 1) nicht überschaut, nicht erwogen. – 2) nicht um sich schauend, unvorsichtig, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπερίβλεπτος: -ον, ὁ μὴ περιβλεπόμενος, ἀπερίοπτος Α. Β. 8. 9, ἐν λέξ. ἀπέρωτος. ΙΙ. ἀκατάληπτος, Ἰαμβλ. βίος Πυθ. 162, «ἀνυπονόητος» Σουΐδ., «ἀπερινόητος» Ἡσύχ.

Spanish (DGE)

-ον
I 1inabarcable ἀ. καὶ παμπληθῆ θεωρίας ἔκτασιν Iambl.VP 162, cf. AB 421, Hsch., Sud.
2 carente de visión πάντων Hippol.Haer.4.46
carente de respeto Phryn.PS p.10.
II adv. -ως
1 sin ostentación Pion.V.Polyc.10.
2 descuidadamente Eus.VC 2.16.