ψηττάριον: Difference between revisions

From LSJ

ἔστιν δέ που ἡ μὲν ἐπὶ σώμασι γυμναστική, ἡ δ' ἐπὶ ψυχῇ μουσική → I think I am right in saying that we have physical exercise for the body and the arts for the soul

Source
(6_3)
(47c)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ψηττάριον''': [ᾰ], τό, ὑποκορ. τοῦ [[ψῆττα]], Ἀναξανδρίδης ἐν «Λυκούργῳ» 1· οὐχὶ (ὡς συνήθως φέρεται) ψηττάδιον, Λοβέκ. εἰς Φρύν. 74, Meineke εἰς Μένανδρ. 181 (Ψευδηρ. 1).
|lstext='''ψηττάριον''': [ᾰ], τό, ὑποκορ. τοῦ [[ψῆττα]], Ἀναξανδρίδης ἐν «Λυκούργῳ» 1· οὐχὶ (ὡς συνήθως φέρεται) ψηττάδιον, Λοβέκ. εἰς Φρύν. 74, Meineke εἰς Μένανδρ. 181 (Ψευδηρ. 1).
}}
{{grml
|mltxt=και [[ψηττάδιον]], τὸ, Α<br />υποκορ. τ. του [[ψῆττα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ψῆττα]] «[[είδος]] ψαριού» <span style="color: red;">+</span> υποκορ, κατάλ. -<i>άριον</i> / -<i>άδιον</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>παιδ</i>-<i>άριον</i>)].
}}
}}

Revision as of 06:16, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ψηττάριον Medium diacritics: ψηττάριον Low diacritics: ψηττάριον Capitals: ΨΗΤΤΑΡΙΟΝ
Transliteration A: psēttárion Transliteration B: psēttarion Transliteration C: psittarion Beta Code: yhtta/rion

English (LSJ)

[ᾰ], τό, Dim. of ψῆττα, Anaxandr.27 (anap., ψιτταδίοις cod.A.Ath., corr. Lobeck).

Greek (Liddell-Scott)

ψηττάριον: [ᾰ], τό, ὑποκορ. τοῦ ψῆττα, Ἀναξανδρίδης ἐν «Λυκούργῳ» 1· οὐχὶ (ὡς συνήθως φέρεται) ψηττάδιον, Λοβέκ. εἰς Φρύν. 74, Meineke εἰς Μένανδρ. 181 (Ψευδηρ. 1).

Greek Monolingual

και ψηττάδιον, τὸ, Α
υποκορ. τ. του ψῆττα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ψῆττα «είδος ψαριού» + υποκορ, κατάλ. -άριον / -άδιον (πρβλ. παιδ-άριον)].