πολυεύσπλαγχνος

From LSJ
Revision as of 21:20, 2 October 2019 by Spiros (talk | contribs) (c2)

Γυναῖκα θάπτειν κρεῖσσόν ἐστιν ἢ γαμεῖν → Sepelire satius feminam quam ducere → Ein Weib bestatten, besser ist's als heiraten

Menander, Monostichoi, 95

Greek (Liddell-Scott)

πολυεύσπλαγχνος: -ον, πολὺ εὔσπλαγχνος, Κλήμ. Ἀλ. ΙΙ, 645Α.

English (Thayer)

(πολύσπλαγχνος) πολυσπλαγχνον (πολύς, and σπλάγχνον which see), full of pity, very kind: חֶסֶד רַב, in the Sept. πολυέλεος. (Theod. Stud., p. 615.)

Greek Monolingual

-η, -ο / πολυεύσπλαγχνος, -ον, ΝΜΑ
πολύ ευσπλαγχνικός, πολύ συμπονετικός.

Chinese

原文音譯:polÚsplagcnoj 坡呂-士普拉格赫挪士

詞類次數:形容詞(1)

原文字根:許多-交換

字義溯源:極有憐憫心的,滿心憐憫,滿了憐憫,體恤的,同情的;由(πολύς)*=多)與(σπλάγχνον)*=心腸,慈心)組成

出現次數:總共(1);雅(1)

譯字彙編

1) 滿了憐憫(1) 雅5:11