πυρωτός

From LSJ
Revision as of 03:16, 1 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (4)

μή μοι θεοὺς καλοῦσα βουλεύου κακῶς· πειθαρχία γάρ ἐστι τῆς εὐπραξίας μήτηρ, γυνὴ Σωτῆρος· ὦδ᾽ ἔχει λόγος → When you invoke the gods, do not be ill-advised. For Obedience is the mother of Success, wife of Salvation—as the saying goes.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πῠρωτός Medium diacritics: πυρωτός Low diacritics: πυρωτός Capitals: ΠΥΡΩΤΟΣ
Transliteration A: pyrōtós Transliteration B: pyrōtos Transliteration C: pyrotos Beta Code: purwto/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A fiery, Antiph.217.21; epith. of the planet Mars, Vett.Val. 249.5.

German (Pape)

[Seite 826] feurig; καὶ λαμπρός, Plut. de Pyth. or. 21; τευθὶς μεταλλάξασα λευκαυγῆ φύσιν σαρκὸς πυρωτοῖς ἀνθράκων ῥαπίσμασιν, Antiphan. bei Ath. XIV, 623 b.

Greek (Liddell-Scott)

πῠρωτός: -ή, -όν, (πυρόω) ὁ πυρώδης, καίων, συντελῶν πρὸς πύρωσιν ἢ ὄπτησιν, πυρωτοῖς ἀνθράκων ῥαπίσμασιν Ἀντιφάνης ἐν «Φιλοθηβαίῳ» 1. 21.

Greek Monolingual

-ή, -όν, Α [[πυρῶ, -όω]]
1. διάπυρος, φλογερός
2. προσωνυμία του πλανήτη Άρη.

Russian (Dvoretsky)

πῠρωτός: Plut. = πυρώδης 2.