τελάρχης
From LSJ
κοινὴ γὰρ ἡ τύχη καὶ τὸ μέλλον ἀόρατον → fortune is common to all, the future is unknown | fortune is common to all and the future unknown | fate is common to all and the future unknown
English (LSJ)
ου, ὁ,
A commander of a τέλος (signf. 1.10b), Ascl.Tact.2.10, Ael.Tact.9.7: v.l. τελεάρχης in Ael.l c.
German (Pape)
[Seite 1084] ὁ, der Anführer einer bestimmten Anzahl von Kriegern, s. τελεάρχης.
Greek (Liddell-Scott)
τελάρχης: -ου, ὁ, = μεράρχης, ὁ ἀρχηγὸς ἢ διοικητὴς τέλους, δηλ. μεραρχίας (συνισταμένης ἐκ δισχιλίων ἀνδρῶν), (ἴδε τέλος, σημασία ΙΙ), Ἐτυμ. Μέγ. 729, Bibl. Coislin. 507· πρβλ. τελέαρχος.
Greek Monolingual
και τελεάρχης, ὁ, Α
διοικητής τέλους, μεραρχίας από 2.000 άνδρες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τέλος «στρατιωτική δύναμη, μεραρχία» + -άρχης].