ἡμιδιπλοΐδιον

From LSJ
Revision as of 23:10, 12 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

ἐὰν ἃ τοῖς ἄλλοις ἐπιτιμῶμεν, αὐτοὶ μὴ δρῶμεν → avoid doing what you would blame others for doing

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἡμιδιπλοΐδιον Medium diacritics: ἡμιδιπλοΐδιον Low diacritics: ημιδιπλοΐδιον Capitals: ΗΜΙΔΙΠΛΟΪΔΙΟΝ
Transliteration A: hēmidiploḯdion Transliteration B: hēmidiploidion Transliteration C: imidiploidion Beta Code: h(midiploi/+dion

English (LSJ)

τό,    A a woman's dress folded at the top so as to fall half-way down the figure, Ar.Ec.318, cf. EM430.46.

German (Pape)

[Seite 1167] τό, att. ἡμιδιπλοίδιον, Halbmäntelchen, Unterkleid der Frauen, Ar. Eccl. 318; vgl. E. M. 430, 46.

Greek Monolingual

ἡμιδιπλοΐδιον, τὸ (Α)
γυναικείος χιτώνας που διπλωνόταν στο άνω μέρος έτσι ώστε να πέφτει ώς τη μέση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + διπλοΐδ-ιον (< θ. διπλοΐδ- του διπλοΐς, -ίδος «διπλός μανδύας») + υποκορ. κατάλ. -ίον, πρβλ. παιδ-ίον)].

Russian (Dvoretsky)

ἡμῐδιπλοΐδιον: атт. ἡμῐδιπλοίδιον τό короткая женская накидка Arph.