προδέκτωρ

From LSJ
Revision as of 08:16, 1 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (nl)

αἱ δὲ χολωσάμεναι πηρὸν θέσαν → but they in their wrath maimed him, but they in their wrath made him helpless, but they in their wrath made him blind

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προδέκτωρ Medium diacritics: προδέκτωρ Low diacritics: προδέκτωρ Capitals: ΠΡΟΔΕΚΤΩΡ
Transliteration A: prodéktōr Transliteration B: prodektōr Transliteration C: prodektor Beta Code: prode/ktwr

English (LSJ)

ορος, ὁ, Ion. for Προδείκτωρ,

   A foreshower, Hdt.7.37.

German (Pape)

[Seite 714] ορος, ὁ, ion. = προδείκτωρ, Voranzeiger, der die Zukunft vorbedeutet, Her. 7, 37.

Greek (Liddell-Scott)

προδέκτωρ: -ορος, ὁ, Ἰων. ἀντὶ προδείκτωρ, ὁ προηγουμένως δεικνύων, Ἡρόδ. 7. 37.

French (Bailly abrégé)

ορος (ὁ) :
qui fait connaître l’avenir.
Étymologie: ion. c. *προδείκτωρ, de προδείκνυμι.

Greek Monolingual

-ορος, ὁ, Α
ιων. τ. αυτός που δείχνει κάτι εκ τών προτέρων, ο προμηνυτής του μέλλοντος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προ- + δέκτωρ (< δέχομαι)].

Greek Monotonic

προδέκτωρ: -ορος, ὁ (προδείκνυμι), Ιων. αντί προδείκτωρ, παντομίμος, σε Ηρόδ.

Russian (Dvoretsky)

προδέκτωρ: ορος ὁ провозвестник, предсказатель Her.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

προδέκτωρ -ορος, ὁ [προδείκνυμι] Ion. voorspeller.