διαπτυχή

From LSJ
Revision as of 12:12, 30 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+), ([\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1, $2")

τὸ κακὸν δοκεῖν ποτ' ἐσθλὸν τῷδ' ἔμμεν' ὅτῳ φρένας θεὸς ἄγει πρὸς ἄταν → evil appears as good to him whose mind the god is leading to destruction (Sophocles, Antigone 622f.)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διαπτῠχή Medium diacritics: διαπτυχή Low diacritics: διαπτυχή Capitals: ΔΙΑΠΤΥΧΗ
Transliteration A: diaptychḗ Transliteration B: diaptychē Transliteration C: diaptychi Beta Code: diaptuxh/

English (LSJ)

ἡ,

   A fold, folding leaf, δέλτου διαπτυχαί, γραμμάτων δ., E.IT727,793.

German (Pape)

[Seite 599] ὴ, Falte, δέλτου, γραμμάτων, Eur. I. A. 727. 793, von zusammengefalteten Briefen.

French (Bailly abrégé)

ῆς (ἡ) :
pli.
Étymologie: διά, πτυχή.

Spanish (DGE)

-ῆς, ἡ
hoja plegada δέλτου μὲν αἵδε πολύθυροι διαπτυχαί E.IT 727, γραμμάτων διαπτυχαί E.IT 793.

Greek Monotonic

διαπτυχή: [ῠ], ἡ, πτύχωση, δίπλωση, «δίπλα», σε Ευρ.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

διαπτυχή -ῆς, ἡ [διαπτύττω] opengevouwen blad.

Russian (Dvoretsky)

διαπτῠχή: ἡ сгиб: δέλτου или γραμμάτων διαπτυχαί Eur. сложенное письмо, т. е. письменное послание.

Middle Liddell

δια-πτῠχή, ἡ, n [from διαπτύσσω
a fold, folding leaf, Eur.