τῆνος
ἐπιφᾶναι τοῖς ἐν σκότει καὶ σκιᾷ θανάτου καθημένοις, τοῦ κατευθῦναι τοὺς πόδας ἡμῶν εἰς ὁδὸν εἰρήνης → to give light to them that sit in darkness and in the shadow of death to guide our feet into the way of peace | to shine on those who live in darkness and the shadow of death, to guide our feet into the way of peace
English (LSJ)
τήνα, τῆνο, Dor. for Aeol. κῆνος, Ion. and Att. κεῖνος, ἐκεῖνος,
A he, she, it, IG4.7 (Aegina), Epich.35, Sophr.56, Erinn.in PSI9 p.xii, Tab.Heracl.1.136, Ages. ap. Plu.Ages.11, Theoc.1.4,5,11, etc.: sts. with a strongly demonstr. force, like ὅδε or ὁδί, Id.1.1,8, 23, etc. 2 the famous, Id.1.120,126, etc.; or the notorious, Id.5.1,15, etc. 3 in opposed clauses, τόκα μὲν ἐν τήνων... τόκα δὲ πὰρ τήνοις Epich.147, cf. Theoc.1.36.
Greek (Liddell-Scott)
τῆνος: τήνα, τῆνο, Δωρ. καὶ Αἰολ. ἀντὶ κῆνος, Ἰωνικ. καὶ Ἀττ. κεῖνος, ἐκεῖνος, η, ο, Ἐπίχ. 19, 95 Ahr., Θεόκρ. 1. 4, 5, 11, κλπ.· ἐνίοτε μετὰ ἰσχυρᾶς δεικτικῆς σημασίας, σχεδὸν ὡς τὸ ὅδε ἢ ὁδί, ὁ αὐτ. 1. 1, 8, 23, κλπ. 2) ὡς τὸ Λατ. ille, iste, ὁ γνωστὸς ἐκεῖνος, ὁ περιώνυμος, ὁ αὐτ. 1. 120, 126, κλπ.· ἢ ὁ διαβόητος, ὁ αὐτ. 5. 1, 15, κλπ. 3) ἐν προτάσεσιν ἀντιθετικῶς συνδεομέναις, τόκα μὲν ἐν τήνοις..., τόκα δὲ πὰρ τήνοις Ἐπίχ. 124 Ahr., πρβλ. Θεόκρ. 1. 36.
French (Bailly abrégé)
τήνα, τῆν;
dor. c. ἐκεῖνος ou ὅδε.
Étymologie: DELG dérive de l’article *το- et formation parallèle à (ἐ)κεῖνος.
Greek Monolingual
τήνα, τῆνο, Α
(δωρ. τ.) κῆνος. εκείνος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Δωρ. τ. αντωνυμίας, αντίστοιχος προς το ἐκεῖνος, σχηματισμένος από το θ. το- του οριστικού άρθρου (πρβλ. ΙΕ tod, βλ. λ. ο, η, το) μέσω ενός τ. τη-ενος (για τη μορφή τη
βλ. τῆ) ή τε-ενος, με το επίθημα -ενος του ἐκεῖνος (βλ. λ. εκείνος)].
Greek Monotonic
τῆνος: τήνα, τῆνο,
1. Δωρ. αντί κεῖνος, ἐκεῖνος, αυτός, αυτή, αυτό, σε Θεόκρ.
2. όπως το Λατ. ille, iste, ο διάσημος εκείνος ή ο διαβόητος, στον ίδ.
Russian (Dvoretsky)
τῆνος: τήνα, τῆνο дор. Theocr. = ἐκεῖνος.
Middle Liddell
[doric for κεῖνος, ἐκεῖνος
1. he, she, it, Theocr.
2. like Lat. ille, iste, the famous, or the notorious, Theocr.
Frisk Etymology German
τῆνος: {tē̃nos}
Grammar: dor. Demonstr.
Meaning: = ἐκεῖνος (Epich., Sophr., Theok., Inschr. u.a.).
Derivative: Davon τηνεῖ = ἐκεῖ (Epich., Theok., Delph. usw.). -όθι dann (Theok.), -ῶ (Theok.) und -ῶθε(ν) (A. R., Theok., AP) = ἐκεῖθεν; zu τηνεῖ (alter Lok.), -ῶ (Abl.) Schwyzer 549f.
Etymology : Bildung wie ἐκεῖνος (s. d. m. Lit.) somit aus *τέενος oder -τήενος, vom Demonstr. το- (vgl. τῆ).
Page 2,894