подходящий
From LSJ
Βέβαιον οὐδέν ἐστιν ἐν θνητῷ βίῳ → Nihil, ut videtur, proprium in vita datur → Nichts Festes gibt's im Leben eines Sterblichen
Russian > Greek
ἤπιος, παρουσία, αἴσιος, σύμφυλος, εὐπρεπής, ἔμμετρος, ἀρτίκολλος, ἐπιτήδειος, ἐπιτήδεος, ἄρτιος, ἔγκαιρος, πρόσφορος, ποτίφορος, εὔχρηστος, σύμφορος, προσφυής, ἄρμενος, καίριος, εὐάρμοστος, ἱκνεύμενος, ἱκνούμενος, ἁρμόδιος, μουσικός, σύμμετρος, μέτριος, ἐμμελής, προσφερής, εὔθετος, δίκαιος, ἐοικώς, εἰκώς, ὡραῖος, ἀκμαῖος