завершение
Russian > Greek
θριγκός, κολοφών, κορώνη, παντέλεια, ἐξεργασία, ἀπαρτισμός, ἀποτελεύτησις, ἀπάρτισις, ἀποτέλεσις, ἄνυσις, ἐπιτελείωσις, τελεσιούργημα, τελείωσις, τελέωσις, τελευτή, τελευτά, τελείωμα, προσθήκη, κορυφή, συντέλεια, κεφάλαιον, ἐσχατιά