δεξιὸν εἰς ὑπόδημα, ἀριστερὸν εἰς ποδάνιπτρα → the right foot into a shoe, the left into a foot-bath | of one who is ready for anything
σκῆπτρον, σκαπτον, σκᾶπτρον, ἔρεισμα, στῆριγξ, προσανάκλιμα, ἕρμα, στῦλος, στερέωμα, ἐκθάρσημα, ἑδραίωμα, ὄχημα