Κοννᾶς
θαρσεῖν χρὴ φίλε Βάττε: τάχ' αὔριον ἔσσετ' ἄμεινον → you need to be brave, dear Battus; perhaps tomorrow will be better | Take heart, dear Battos! Tomorrow will be better.
English (LSJ)
or Κόννος, ὁ, a famous harpist who taught Socrates, Pl. Euthd. 272c, but died in want, Cratin.317, Ar.Eq.534: hence prov., Κόννου θρῖον
A trifle, Sch.Ar.V.673; altered to K. ψῆφος by Ar. l.c.
Greek (Liddell-Scott)
Κοννᾶς: ἢ Κόννας, ὁ, αὐλητὴς ἐξόχου δεξιότητος ἐν τῷ αὐλεῖν, ἀλλὰ μέθυσος καὶ ἀπερίσκεπτος εἰς τοιοῦτον βαθμόν, ὥστε ἀπέθανεν ἐν ἐνδείᾳ· ὅθεν Κόννου ψῆφος, παροιμ. ἐπὶ γνώμης ἀναξίας λόγου, Ἀριστοφ. Σφ. 675, ἴδε Σχολ. ἐν τόπῳ καὶ εἰς Ἱππ. 534· δὲν δυνάμεθα δὲ νὰ ἀποφανθῶμεν ἂν ὁ Κοννᾶς ἦτο ὁ αὐτὸς καὶ Κόννος, ὁ διδάσκαλος τοῦ Σωκράτους εἰς τὴν κιθάραν, Πλάτ. Εὐθύδ. 272C, κ. ἀλλ.· ― κοννόφρων, ὡσαύτως μνημονεύεται ὑπὸ Ἡσυχ. μετὰ τῆς ἑρμηνείας ἠλίθιος.
Greek Monotonic
Κοννᾶς: ή Κόννας, ὁ, μέθυσος αυλητής· Κόννου ψῆφος, παροιμ., γνώμη άνευ σημασίας, σε Αριστοφ.
Russian (Dvoretsky)
Κοννᾶς: ᾰ ὁ Arph. demin. к Κόννος.
Middle Liddell
a drunken flute-player; Κόννου ὁ ψῆφος, proverb. of a worthless opinion, Ar.