γάμιος

From LSJ
Revision as of 20:50, 29 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   " to "")

νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖινgodly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: γάμιος Medium diacritics: γάμιος Low diacritics: γάμιος Capitals: ΓΑΜΙΟΣ
Transliteration A: gámios Transliteration B: gamios Transliteration C: gamios Beta Code: ga/mios

English (LSJ)

[ᾰ], α, ον, A = γαμήλιος, μέλος Mosch.2.124; εὐνή Opp.C. 3.149, cf. Nonn.D.1.69, al.; γαμίης ἐλπίδος ἐστέρεσεν IG12(8).600 (Thasos).

German (Pape)

[Seite 473] dasselbe, μέλος Mosch. 2, 120; εὐνή Opp. C. 3, 149; Nonn.

Greek (Liddell-Scott)

γάμιος: -α, -ον, = γαμήλιος, Μόσχ. 2. 120, Ὀππ. Κ. 3. 149 · γαμίης ἐλπίδος ἐστέρησεν Ἐπιγράμμ. Ἑλλην. 325. 14.

Spanish (DGE)

-η, -ον

• Prosodia: [-ᾰ-]
1 nupcial μέλος Mosch.2.124, γ. ... τραπέζη mesa de bodas Nonn.Par.Eu.Io.2.2, ref. a una muchacha soltera γαμίης ἐλπίδος ἐστέρεσεν IG 12(8).600.15 (Tasos II d.C.), γαμίων ἔτι νῆις ἐρώτων Nonn.D.20.156.
2 relativo a la unión amorosa o sexual γαμίης ... εὐνῆς del apareamiento de animales, Opp.C.3.149, Βορέης γαμίῃ δεδονημένος αὔρῃ Bóreas excitado por una brisa de deseo amoroso Nonn.D.1.69, γαμίῃ ῥαθάμιγγι Διιπετέων ὑμεναίων ref. a la fecundación de Sémele por Zeus, Nonn.D.8.6, cf. 321.

Greek Monolingual

γάμιος, -α, -ον (AM) γάμος
αυτός που έχει σχέση με τον γάμο ή τη συνουσία.

Greek Monotonic

γάμιος: [ᾰ] ,-α, -ον = γαμήλιος, σε Μόσχ.