Ἔλπιζε τιμῶν τοὺς θεοὺς πράξειν καλῶς → Spera felicitatem, si deos colas → Erhoffe Wohlergeh'n, wenn du die Götter ehrst
Full diacritics: μελεδηθμός | Medium diacritics: μελεδηθμός | Low diacritics: μελεδηθμός | Capitals: ΜΕΛΕΔΗΘΜΟΣ |
Transliteration A: meledēthmós | Transliteration B: meledēthmos | Transliteration C: meledithmos | Beta Code: meledhqmo/s |
ὁ, A practice, exercise, Orac. in App.Anth.6.140.
μελεδηθμός, ὁ (Α)
άσκηση, εξάσκηση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μελεδαίνω + κατάλ. -ηθμός (πρβλ. βρυχ-ηθμός, ορχ-ηθμός)].