προσωδία
Ζῆθι προσεχόντως ὡς μακρὰν ἐγγὺς βλέπων → Ne temere vivas: specta longa et proxima → Pass auf im Leben: blick auf das, was fern und nah
Greek Monolingual
η / προσῳδία Ν ΜΑ προσῳδός
άσμα που τραγουδιόταν με τη συνοδεία μουσικού οργάνου
νεοελλ.
1. ο τονισμός της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, ο οποίος είχε μουσικό μελωδικό χαρακτήρα και διακρινόταν σε μουσικό και δυναμικό
2. η ποσότητα τών συλλαβών στην αρχαία ελληνική γλώσσα, δηλ. η διάκριση τών μακρών από τις βραχείες, η οποία αποτελεί τη βάση τών αρχαίων ελληνικών μέτρων
3. γλωσσ. το σύνολο τών φαινομένων τα οποία, ενώ δεν εντάσσονται στη διπλή άρθρωση της γλώσσας, συνοδεύουν εν τούτοις τον προφορικό λόγο ως αχώριστα στοιχεία του
4. μουσ. οι κανόνες δυναμικής και εκφραστικής εκφοράς μεμονωμένων φθόγγων και οι κανόνες άρθρωσης που διέπουν τη σύνδεση τους