ἀζήμιος
Ἰατρὸς ἀδόλεσχος ἐπὶ τῇ νόσῳ νόσος → Medicus loquax, secundus aegro morbus est → Ein Arzt, der schwätzt, verdoppelt nur der Krankheit Last
English (LSJ)
ον,
A free from further payment, Hdt.6.92. 2 without loss, scot-free, ἄπιθι ἀ. Id.1.212; ἀβλαβῆ παρεχέτω καὶ ἀζήμιον Pl.Lg. 865c; unpunished, E.Med. 1050, Ar.Ra.408, Antipho 3.3.10, etc.; ὑπὸ θεῶν Pl.R.366a; not liable to penalty, ναῦς IG1.40; not deserving punishment, S.El.1102, etc.: c.gen., ἀσεβημάτων ἀ. Plb.2.60.5. Adv. -ίως with impunity, Philem.94.5: also, without fraud, honestly, J.AJ 15.4.4; ἐκδικεῖν Cod.Just.1.2.17. II Act., harmless, of sour looks, Th.2.37; οὐκ ἀ. J.AJ15.5.1, cf. Ph.1.428, 2.246.
Greek (Liddell-Scott)
ἀζήμιος: -ον, ἀπηλλαγμένος περαιτέρω ζημίας, τιμωρίας χρηματικῆς, Ἡρόδ. 6. 92. 2) ἄνευ ζημίας, χωρὶς νὰ ὑποστῇ βλάβην, Λατ. immunisϏ ἄπιθι ἀζ., ὁ αὐτ. 1. 212. - ἐν νομικῇ χρήσει, ἀβλαβῆ καὶ ἀζήμιον παρεχέτω, Πλάτ. Νόμ. 865CϏ ἀτιμώρητος, Εὐρ. Μήδ. 1050, Ἀριστοφ. Βάτρ. 407, Ἀντιφῶν 123. 37, κτλ. - ὑπό τινος. Πλάτ. Πολ. 366Α˙ ὁ μὴ ἄξιος τιμωρίας, Σοφ. Ἠλ. 1102˙ μ. γεν. ἀσεβημάτων ἀζ., Πολύβ. 2. 60. 5. - Ἐπίρρ. -ίως, = ἀτιμωρήτως, Φιλήμ. Ἄδηλ. 10˙ ὡσαύτως ἄνευ ἀπάτης, = τιμίως, Ἰωσήπ. Ἀρχ. Ἰουδ. 15. 4, 4. ΙΙ. ἐνεργ., ὁ μὴ ἰσοδυναμῶν πρὸς τιμωρίαν, ἀβλαβής, ἐπὶ αὐστηρᾶς προσβλέψεως, Θουκ. 2. 37. οὐκ ἀζ., Ἰωσήπ. Ἰουδ. Ἀρχ. 15. 5, 1.