λυχνόβιος

From LSJ
Revision as of 14:00, 3 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")

Σωτηρίας σημεῖον ἥμερος τρόπος → Auf Rettung deutet kultivierte Lebensart → Ein Hinweis auf die Rettung ist die sanfte Art

Menander, Monostichoi, 478
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λυχνόβῐος Medium diacritics: λυχνόβιος Low diacritics: λυχνόβιος Capitals: ΛΥΧΝΟΒΙΟΣ
Transliteration A: lychnóbios Transliteration B: lychnobios Transliteration C: lychnovios Beta Code: luxno/bios

English (LSJ)

ον, living by lamplight, Senec.Ep.122.

Russian (Dvoretsky)

λυχνόβιος: живущий при свете ламп, т. е. ведущий ночной образ жизни Sen.

Greek (Liddell-Scott)

λυχνόβιος: -ον, ὁ ζῶν διὰ τοῦ φωτὸς τοῦ λύχνου, ἐν Σενέκ. Ἐπιστ. 122.

Greek Monolingual

λυχνόβιος, -ον (Α)
αυτός που περνά τη ζωή του κοντά στο φως του λύχνου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λύχνος + βίος (πρβλ. θαλασσόβιος, λιτόβιος)].