Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ὁμοῦ

From LSJ
Revision as of 19:17, 2 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (13_7_3)

Μὴ φῦναι τὸν ἅπαντα νικᾷ λόγον → Not to be born is, past all prizing, best.

Sophocles, Oedipus Coloneus l. 1225
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὁμοῦ Medium diacritics: ὁμοῦ Low diacritics: ομού Capitals: ΟΜΟΥ
Transliteration A: homoû Transliteration B: homou Transliteration C: omoy Beta Code: o(mou=

English (LSJ)

(Aeol. ὔμοι Sapph.Supp.23.13), Adv.,    I prop. of Place, at the same place, together, μὴ ἐμὰ σῶν ἀπάνευθε τιθήμεναι ὀστέ', Ἀχιλλεῦ, ἀλλ' ὁ. Il.23.84 ; ὁ. εἶναι, opp. χωρὶς εἶναι, X.Cyr.6.1.7, etc.; ὁ. πάντες ἀναμεμιγμένοι S.El.715, etc.    2 generally, together, at once, ὁ. δ' ἔχον ὠκέας ἵππους Il.11.127 ; ἄμφω ὁ. Od.12.424 ; παρῆν ὁ. κλύειν πολλὴν βοήν A.Pers.401 ; χρόνος καθαιρεῖ πάντα . . ὁ. Id.Eu.286 ; δυοῖν ὁ. S.OC329 ; εἰ γὰρ Αἰγίσθῳ θ' ὁ. likewise, Id.El.1416 : freq. accompanying two Substs. already connected by καί or τε, like Engl. both, εἰ δὴ ὁ. πόλεμός τε δαμᾷ καὶ λοιμὸς Ἀχαιούς Il.1.61 ; ὁ. γλυφίδας τε λαβὼν καὶ νεῦρα 4.122 ; χίλι' ὑπέστη, αἶγας ὁ. καὶ ὄϊς a thousand smaller cattle, both goats and sheep, 11.245 ; θυμὸς τείρεθ' ὁ. καμάτῳ τε καὶ ἱδρῷ 17.745, etc.; ἐπήγαγε λιμὸν ὁ. καὶ λοιμόν Hes. Op.243 ; ἐφόνευον ἄνδρας ὁ. καὶ ἵππους X.Cyr.3.3.64 ; οἴκτειρε θῆλυν ἄρσενός θ' ὁ. γόον A.Ch.502 ; πόλιν τε κἀμὲ καί σ' ὁ. στένει S.OT64, cf. El.667, Aj.1079 ; ὁ. ταράττων τήν τε γῆν καὶ τὴν θάλατταν Ar.Eq. 431 ; ἱππέας τε καὶ ὁπλίτας ὁ. Th.7.30, etc.: repeated, ὁ. μὲν... ὁ. δέ . . S.OT4 ; cf. ὁμῶς.    3 c. dat., together with, along with, ὁ. νεφέεσσιν ἰών Il.5.867; κεῖσθαι ὁ. νεκύεσσι 15.118 ; ὁ. τῇ λίμνῃ Hdt.2.101 ; οἰμωγὴ . . ὁ. κωκύμασιν A.Pers.426 : also with ὁμοῦ following the dat., ὅσσαι μοι ὁ. τράφεν Od.4.723 ; θεοῖς ὁ., = ξὺν θεοῖς, S.Aj.767 ; οὔ ποτ' εἶμι τοῖς φυτεύσασίν γ' ὁ. will never meet them, Id.OT1007 ; τοῖσιν ἐχθίστοισι συνναίειν ὁ. Id.Tr.1237, cf. OT337, OC949, E.Hel. 104.    II close at hand, ὁρῶ τάλαιναν Εὐρυδίκην ὁ. S.Ant.1180, cf. Ar.Eq.245, Pax513, Th.572, X.Cyr.3.1.2 : also c. dat., close to, τοῖς ἐμοῖς πλευροῖς ὁ. κλιθεῖσαν S.Tr.1225, cf. X.HG3.2.5, Pl.Thg.129d ; ὁ. τι τῷ (v.l. τοῦ) τίκτειν παρεγένεθ' ἡ κόρη Men.851, cf. ὁ. τι τῷ τίκτειν D.H.1.78 ; ὁ. τῷ θανάτῳ ὄντας at death's door, Ael.NA4.36 ; ὁ. ἦν καὶ ἔχειν τὴν πόλιν καὶ τὸ γένος ὅλον μετὰ τῆς πόλεως it was much the same thing, Him.Or.2.16.    2 rarely c. gen., νεὼς ὁ. στείχειν S.Ph.1218 ; εἶναι ὁ. ἀλλήλων (v.l. -οις) X.An.4.6.24 ; τόπου CPR4.34 (i A.D.); κυμάτω [ν ὁ] μοῦ dub. in Archil.Supp.2.11.    3 of amount, in all, in round numbers, ἀπὸ Σόλωνος ὁ. διακόσι' ἐστὶν ἔτη D.19.251 ; εἰσὶν ὁ. δισμύριοι Id.25.51, cf. 36.36, Men.140 ; γίνονται ὁ πυροῦ ἀρτάβαι λ' CPR35.12(iii A.D.).

German (Pape)

[Seite 341] an demselben Orte (von ὁμός, dem ποῦ entsprechend); μὴ ἐμὰ σῶν ἀπάνευθε τιθήμεναι ὀστέα, ἀλλ' ὁμοῦ, Il. 23, 84; ὁμοῦ δ' ἔχον ὠκέας ἵππους, 11, 127; oft werden dadurch zwei schon durch καί verbundene Substantiva noch enger verknüpft, zusammt, zugleich, εἰ δὴ ὁμοῦ πόλεμός τε δαμᾷ καὶ λοιμὸς Ἀχαιούς 1, 61, ὁμοῦ γλυφίδας τε λαβὼν καὶ νεῦρα 4, 122, αἶγας ὁμοῦ καὶ ὄϊς 11, 245, vergleiche 17, 362. 745, öfter, ἐπήγαγε λιμὸν ὁμοῦ καὶ λοιμόν Hes. O. 243, wo überall sich ein Verbum auf mehrere Substantiva bezieht; ἄμφω ὁμοῦ, Od. 12, 424. So auch Tragg.: οἴκτειρε θῆλυν ἄρσενός θ' ὁμοῦ γόνον, Aesch. Ch. 495; Ag. 1124; ἔν τ' ὀδύναις ὁμοῦ λιμῷ τ' οἰκτρός, Soph. Phil. 185; auch ὁμοῦ μὲν – ὁμοῦ δέ, O. R. 4; in Prosa, ἄνδρας ὁμοῦ καὶ ἵππους, Xen. Cyr. 3, 3, 64. – C. dat., zusammen, zugleichmit; κεῖσθαι ὁμοῦ νεκύεσσι, zusammt, zwischen den Todten, Il. 15, 118, od. gleich wie die Todten; ὁμοῦ νεφέεσσι, 5, 867; ὅσσαι μοι ὁμοῦ τράφεν, Od. 4, 723, vgl. 15, 365; οἰμωγὴ δ' ὁμοῦ κωκ ύμασιν κατεῖχε ἅλα, Aesch. Pers. 426; u. eigtl. vom Orte, τῇδ' ὁμοῦ ναίειν πόλει, Soph. O. C. 949; ὁμ οῦ δὲ πάντες ἀναμεμιγμένοι, El. 705; τοῖς ἐμοῖς πλευροῖς ὁμοῦ κλιθεῖσαν, Trach. 1225; Phil. 1218; ὁμοῦ μιγέντος σιδήρου ἀργύρῳ, Plat. Rep. VIII, 547 a; – zugleich, auf einmal; παρῆν ὁμοῦ κλύειν πολλὴν βοήν, Aesch. Pers. 393; χρόνος καθαιρεῖ πάντα γηράσκων ὁμοῦ, Eum. 276. – Dah. nach Erkl. der Alten = ἐγγύς, καὶ μὴν ὁρῶ τάλαιναν Εὐρυδίκην ὁμοῦ, Soph. Ant. 1165; vgl. Ar. Equ. 245 Pax 505; εἶναι πάνυ ὁμοῦ, Xen. Cyr. 6, 3, 7, vgl. 3, 1, 2; Plat. Theag. 129 d; ὁμοῦ δὲ τῷ τίκτειν παρεγένεθ' ἡ κόρη, Men. beim Schol. Ap. Rh. 2, 121; ὁμοῦ τῷ θανάτῳ ἰόντας, Ael. H. A. 4, 36. – Selten bei Verbis der Bewegung, = ὁμόσε, nach der bei den Griechen nicht seltenen Verwechslung dieser Ortsbezeichnungen, οὔπ οτ' εἶμι τοῖς φυτεύσασίν γ' ὁμοῦ, Soph. O. R. 1007; ὁμοῦ γίγνεσθαι, Ar. Thesm. 572; πάντων ὁμ οῦ ὄντων, als sie sich vereinigt hatten, zusammen waren, Xen. An. 7, 1, 28; auch vom feindlichen Zusammentreffen, πρὶν δὲ ὁμοῦ εἶναι τοὺς πολλοὺς ἀλλήλοις, συμμιγνύουσιν οἱ κατὰ τὰ ἄκρα, 4, 6, 24. – Ὁμοῦ τι, beinahe, fast, u. bei einem Zahlenbegriff ungefähr, beinahe, gegen, Plut. Them. 7 Alc. 13 Cic. 16 u. a. Sp., wie Ael. H. A. 5, 10. 16, 11; vgl. Dem. 25, 51. – Ὁμοῦ καί; ἄνδρας ὁμοῦ καὶ ἵππους ἐφόνε υον, Xen. Cyr. 3, 3, 64; dah. bei Sp. = aeque ac.