διαπρηστεύω

From LSJ
Revision as of 20:31, 2 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")

προγράψαντες οὖν τά τε θεωρήματα καὶ τὰ ἐπιτάγματα τὰ χρεῖαν ἔχοντα εἰς τὰς ἀποδείξιας αὐτῶν μετὰ ταῦτα γραψοῦμές τοι τὰ προκείμενα → having therefore written at the beginning the theorems and the postulates that are necessary for their proofs, we will then write out for you the propositions

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διαπρηστεύω Medium diacritics: διαπρηστεύω Low diacritics: διαπρηστεύω Capitals: ΔΙΑΠΡΗΣΤΕΥΩ
Transliteration A: diaprēsteúō Transliteration B: diaprēsteuō Transliteration C: diapristeyo Beta Code: diaprhsteu/w

English (LSJ)

v. διαδρηστεύω.

Spanish (DGE)

dud., quizá montar en cólera διεπρήστευσε τῶν τις Βορυσθενεϊτέων πρὸς τοὺς Σκύθας Hdt.4.79.

German (Pape)

[Seite 598] l. d., Her. 4, 79, v.l. διεπίστευσε, emend. διεδρήστευσε, Reiz διεπερίσσευσε.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

διαπρηστεύω [διά, πίμπρημι] een uitbrander geven, uitvaren tegen, met πρός + acc.: διεπρήστευσε... τις... πρὸς τοὺς Σκύθας iemand gaf de Scythen een uitbrander Hdt. 4.79.

Russian (Dvoretsky)

διαπρηστεύω: выдавать (Her. - v.l. διαδρηστεύω и διαδρηπετεύω).

Greek Monotonic

διαπρηστεύω: βλ. διαδρηστεύω.

Greek (Liddell-Scott)

διαπρηστεύω: ἴδε ἐν λ. διαδρηστεύω.

Middle Liddell

[v. διαδρηστεύω