ἀναπάσσω
From LSJ
μὴ τὴν ὄψιν καλλωπίζου, ἀλλ' ἐν τοῖς ἐπιτηδεύμασιν ἴσθι καλός → Don't beautify your face, but be beautiful in your habits (Thales, in Diog. Laertius 1.37)
English (LSJ)
scatter or shed upon, χάριν τινί Pi.O.10(11).94.
Spanish (DGE)
verter sobre τὶν δ' ἁδυεπής τε λύρα ... ἀναπάσσει χάριν Pi.O.10.94.
German (Pape)
[Seite 200] darauf streuen, χάριν τινί, Einem eine Gefälligkeit erweisen, praes., Pind. Ol. 11, 98.
French (Bailly abrégé)
répandre sur.
Étymologie: ἀνά, πάσσω.
Greek (Liddell-Scott)
ἀναπάσσω: μέλλ. -άσω, ἐπιπάσσω, ἐπιχέω, γλυκύς τ’ αὐλὸς ἀναπάσσει χάριν, ἐπιχέει, Πινδ. Ο. 10. (11)., 115 (94).
English (Slater)
ἀναπάσσω scatter upon, met. τὶν δ' ἁδυεπής τε λύρα γλυκύς τ αὐλὸς ἀναπάσσει χάριν (O. 10.94)
Greek Monotonic
ἀναπάσσω: μέλ. -πάσω [ᾰ], ραντίζω, ρίχνω, σκορπίζω, τί τινι, σε Πίνδ.
Russian (Dvoretsky)
ἀναπάσσω: рассеивать, распространять (χάριν τινί Pind.).