ποσαχῶς
εἰ γάρ κεν καὶ σμικρὸν ἐπὶ σμικρῷ καταθεῖο καὶ θαμὰ τοῦτ᾽ ἔρδοις, τάχα κεν μέγα καὶ τὸ γένοιτο → for if you add only a little to a little and do this often, soon that little will become great (Hesiod W&D, 361-362)
English (LSJ)
Adv. in how many ways, Arist.Pol.1289a11, Gal.14.791, 19.47; esp. in how many senses? ποσαχῶς λέγεται; Arist.Top.105a23; περὶ τοῦ ποσαχῶς λέγεται ἕκαστον Id.Metaph.1028a5, cf.Rh.1398a28.
German (Pape)
[Seite 687] adv., auf wie vielerlei Art? Arist. top. 1, 13 part. anim. 1, 1 u. Sp.
French (Bailly abrégé)
adv. interr.
de combien de sortes ?
Étymologie: πόσος, ποσαχῶς.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
ποσαχῶς [πόσος] adv., op hoeveel manieren?
Russian (Dvoretsky)
ποσᾰχῶς: сколькими способами или в скольких значениях: διορίζεσθαι περὶ τοῦ π. λέγεται ἕκαστον Arst. различать, в скольких значениях употребляется каждое (понятие).
Greek Monolingual
Α
επίρρ. με πόσους τρόπους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πόσος + ουρανικό ένθημα -αχ- + επίρρμ. κατάλ. -ώς (πρβλ. ὁσ-αχ-ῶς, παντ-αχ-ῶς)].
Greek Monotonic
ποσᾰχῶς: επίρρ., με πόσους τρόπους; σε Αριστ.
Greek (Liddell-Scott)
ποσᾰχῶς: Ἐπίρρ., κατὰ πόσους τρόπους; Ἀριστ. Τοπ. 1. 13, 1, Μετὰ τὰ Φυσ. 5. 4, 4· ἄλλος, ἐκ τοῦ ποσαχῶς, δηλ. ἐκ τῶν διαφόρων σημασιῶν τῶν λέξεων, ὁ αὐτ. ἐν Ρητορ. 2. 23, 9.