ἀνάρρωσις
From LSJ
Ποιητὴς, ὁπόταν ἐν τῷ τρίποδι τῆς Μούσης καθίζηται, τότε οὐκ ἔμφρων ἐστίν → Whenever a poet is seated on the Muses' tripod, he is not in his senses
English (LSJ)
εως, ἡ, recovery, τῶν κεκμηκότων Simp. in Ph.5.1, cf. Philum. ap. Aët.5.123, Hsch. s.v. ἀναστατηρίαι.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
recuperación τῶν κεκμηκότων Simp.in Ph.5.1, cf. Philum. en Aët.5.127, Hsch.s.u. ἀναστατήριαι.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνάρρωσις: -εως, ἡ, ἐπάνοδος εἰς ὑγείαν ἐκ νόσου, ἀνάληψις, «ἀναστατήρια, θυσίαι ἐπὶ ἀναρρώσει ἐκ νόσου» Ἡσύχ. ἐν λ. ἀναστατήρια.
Mantoulidis Etymological
(=ἡ ἐπάνοδος στήν ὑγεία ὕστερα ἀπό ἀρρώστια, ἀνάκτηση δυνάμεων). Ἀπό τό ἀναρρώννυμι (ἀνά + ῥώννυμι).