πάμφθαρτος

From LSJ
Revision as of 18:35, 8 January 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=(.*?:<br \/>)([\w\s'-]+), ([\w\s'-]+)\.<br" to "btext=$1$2, $3.<br")

θεοῦ θέλοντος κἂν ἐπὶ ῥιπὸς πλέοις → if God willed it, you could sail even on a straw mat | God willing, you may voyage on a mat

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πάμφθαρτος Medium diacritics: πάμφθαρτος Low diacritics: πάμφθαρτος Capitals: ΠΑΜΦΘΑΡΤΟΣ
Transliteration A: pámphthartos Transliteration B: pamphthartos Transliteration C: pamfthartos Beta Code: pa/mfqartos

English (LSJ)

ον, all-destroying, μόρος A.Ch.296.

German (Pape)

[Seite 455] allverderbend, Alle zu Grunde richtend, μόρος, Aesch. Ch. 294.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
qui a détruit tout, funeste.
Étymologie: πᾶν, φθείρω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πάμφθαρτος -ον [πᾶς, φθείρω] allesvernietigend.

Russian (Dvoretsky)

πάμφθαρτος: всеистребляющий, губительный (μόρος Aesch.).

Greek Monolingual

πάμφθαρτος, -ον (Α)
αυτός που φθείρει τα πάντα, ολέθριος («παμφθάρτῳ μόρῳ», Αισχύλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < παν- + φθαρτός (< φθείρω), πρβλ. κακό-φθαρτος].

Greek Monotonic

πάμφθαρτος: -ον (φθείρω), αυτός που καταστρέφει τα πάντα, σε Αισχύλ.

Greek (Liddell-Scott)

πάμφθαρτος: -ον, ὁ τὰ πάντα φθείρων, ὀλέθριος, μόρος Αἰσχύλ. Χο. 296.

Middle Liddell

πάμ-φθαρτος, ον, φθείρω
all-destroying, Aesch.