μελίχρυσος

From LSJ
Revision as of 07:27, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (24)

ἔνθα οὐκ ἔστι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός, ἀλλὰ ζωὴ ἀτελεύτητοςwhere there is no pain, no sorrow, no sighing, but life everlasting

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μελίχρῡσος Medium diacritics: μελίχρυσος Low diacritics: μελίχρυσος Capitals: ΜΕΛΙΧΡΥΣΟΣ
Transliteration A: melíchrysos Transliteration B: melichrysos Transliteration C: melichrysos Beta Code: meli/xrusos

English (LSJ)

ον,

   A gold-honey-coloured, ἔθειραι Opp.C.1.315; λίθοι Plin.HN37.128.

German (Pape)

[Seite 125] honiggoldgelb, Opp. Cyn. 1, 314, ἔθειραι, l. d.

Greek Monolingual

-η, -ο (Α μελίχρυσος, -ον)
αυτός που έχει το χρώμα του μελιού και του χρυσού, ο χρυσοκίτρινος (α. «μελίχρυσοι λίθοι», Πλίν.
β. «το δειλινό το μελίχρυσο χύνονταν γύρω», Παλαμ.).