δέλφαξ
κακοὶ μάρτυρες ἀνθρώποισιν ὀφθαλμοὶ καὶ ὦτα βαρβάρους ψυχὰς ἐχόντων → eyes and ears are poor witnesses for men if their souls do not understand the language (Heraclitus Phil.: Fr. B 107; Testimonia: Fragment 16, line 6)
English (LSJ)
ᾰκος, ἡ (cf. Ath.9.375a, ὁ, Epich.100.4, Sopat.5, Pl.Com. 110), Hippon.70 B, Hdt.2.70, Ar.Fr.506.4, Eup.281, Theopomp. Com. 48, Arist.HA573b13:—
A pig, ll. cc., etc.; full-grown, opp. χοῖρος, Ar. Byz. ap. Ath. l.c.; sacrificed to Persephone, IG3.77.7.
German (Pape)
[Seite 544] ακος, ὁ u. ἡ, B. A. p. 88; Ath. IX, 374 d 656 f; Schwein, Her. 2, 70; oft comici. Von Arist. an Ferkel, H. A. 6, 18.
Greek (Liddell-Scott)
δέλφαξ: -ᾰκος, ἡ, κυρίως θηλ. (Ἀθήν. 375Α), καὶ οὕτως εὕρηται παρ’ Ἡροδ. 2. 70, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 421, Εὐπόλ. Χρυσ. γεν. 11, Θεόπομπ. Πηνελ. 2, Ἀριστ. Ἱ. Ζ. 6. 18, 19· ἀλλ’ ἀρσεν., Ἐπίχ. 71 Ahr., Πλάτ. Κωμ. Ποιητ. 5· - μικρός, νέος χοῖρος, χοιρίδιον, ἔνθ’ ἀνωτ., πρβλ. Ἀριστ. ἔνθ’ ἀνωτ.· θυσιαζόμενον εἰς τὴν Περσεφόνην, Συλλ. Ἐπιγρ. 523.