σκληροπαγής

From LSJ
Revision as of 12:29, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (37)

χρώμεθα γὰρ πολιτείᾳ οὐ ζηλούσῃ τοὺς τῶν πέλας νόμους → we live under a form of government which does not emulate the institutions of our neighbours

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σκληροπᾰγής Medium diacritics: σκληροπαγής Low diacritics: σκληροπαγής Capitals: ΣΚΛΗΡΟΠΑΓΗΣ
Transliteration A: sklēropagḗs Transliteration B: sklēropagēs Transliteration C: skliropagis Beta Code: sklhropagh/s

English (LSJ)

ές,

   A firmly put together, hard, Xenocr. ap. Orib.2.58.18.

German (Pape)

[Seite 901] ές, von harter Zusamnensügung, fest verbunden, Xenocrat.

Greek (Liddell-Scott)

σκληροπᾰγής: -ές, ὁ σταθερῶς συγκεκολλημένος, συμπαγής, τραχύς, σκληρόσαρκος, Ξενοκρ. π. Ἐνυδρ. 8.

Greek Monolingual

-ές, Α
στερεά, σταθερά συγκολλημένος, συμπαγής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σκληρός + -παγής (< πήγνυμι), πρβλ. στερεο-παγής].