Ἰόλαος
τίς τὸν πλανήτην Οἰδίπουν καθ' ἡμέραν τὴν νῦν σπανιστοῖς δέξεται δωρήμασιν → who on this day shall receive Oedipus the wanderer with scanty gifts
English (Slater)
̆ιόλᾱος (-ος, -ου, οἰ coni., -ᾳ, -ον:
1 ϝιολ- (O. 9.98), (P. 9.79), (P. 11.60), (I. 1.16), fr. 169. 47.) son of Iphikles, companion of Herakles. σύνδικος δ' αὐτῷ Ἰολάου τύμβος in Thebes, where games were held in honour of him and Herakles (O. 9.98) ἔγνον ποτὲ καὶ Ἰόλαον οὐκ ἀτιμάσαντά νιν (= καιρὸν) ἑπτάπυλοι Θῆβαι· τόν, Εὐρυσθῆος ἐπεὶ κεφαλὰν ἔπραθε φασγάνου ἀκμᾷ, κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν διφρηλάτα Ἀμφιτρύωνος σάματι, πατροπάτωρ ἔνθα οἱ Σπαρτῶν ξένος κεῖτο (P. 9.79) τὸν Ἰφικλείδαν Ἰόλαον, ὑμνητὸν ἐόντα (P. 11.60) Λαομέδοντα δ' εὐρυσθενὴς Τελαμὼν Ἰόλᾳ παραστάτας ἐὼν ἔπερσεν (Σ, Tricl.: Ἰόλα codd.) (N. 3.37) ἐθέλω ἢ Καστορείῳ ἢ Ἰολάοἰ ἐναρμόξαι μιν ὕμνῳ (Mommsen: Ἰολάου codd.) (I. 1.16) ἐν δὲ Θήβαις ἱπποσόας Ἰόλαος γέρας ἔχει (I. 5.32) ἀμφ' Ἰόλαον ἱππόμητιν (I. 7.9) καὶ Ἰολαο[ς ἐ]ν ἑπταπύλοισι μένω[ν x Θήβαις Ἀμ]φιτρύωνί τε σᾶμα χέω[ν (supp. Lobel) fr. 169. 47.