ἀρτοφόριον
ἀνδρῶν γὰρ ἐπιφανῶν πᾶσα γῆ τάφος → for illustrious men have the whole earth for their tomb, for heroes have the whole earth for their tomb, the whole earth is the tomb of famous men
English (LSJ)
τό,
A bread-basket, S.E. M.1.234: the form ἀρτο-φορίς, ibid., is prob. corrupt. II ἀρτοφόρια, τά, a festival, An.Ox.3.277.
Greek (Liddell-Scott)
ἀρτοφόριον: τὸ, κάντιστρον, κοινῶς «πανέρι», δι’ ἄρτον, «οἷον τὸ αὐτὸ ἀρτοφόριον καὶ πανάριον λέγεται… ἀλλὰ στοχαζόμενοι τοῦ καλῶς ἔχοντος καὶ μὴ γελᾶσθαι ὑπὸ τῶν διακονούντων παιδαρίων καὶ ἰδιωτῶν πανάριον ἐροῦμεν, καὶ εἰ βάρβαρόν ἐστιν» Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 1. 234· ὁ τύπος ἀρτοφορίς, αὐτόθι εἶναι πιθανώς ἐφθαρμένος. 2) = πυξίον, ἔνθα φυλάσσεται ὁ προηγιασμένος ἄρτος, «καὶ λαβὼν προηγιασμένον ἄρτον ἐκ τοῦ ἀρτοφορίου, τίθησιν αὐτὸν μετ’ εὐλαβείας πολλῆς ἐν τῷ ἁγίῳ δίσκῳ» Εὐχολόγ. ΙΙ. ἀρτοφόρια, τὰ, ἑορτή, «τὰ διὰ τοῦ ια ὀνόματα ἐπὶ ἑορτῶν λεγόμενα διὰ τοῦ ι γράφεται, οἷον Ἀπατούρια, Ἀρτοφόρια», Ἀνέκδ. Ὀξ. 3. 277.
Spanish (DGE)
-ου, τό
1 cesto del pan S.E.M.1.234.18.
2 τὸ Ἀ. las fiestas de la procesión del pan, An.Ox.3.277.
Russian (Dvoretsky)
ἀρτοφόριον: τό и ἀρτο-φορίς, ίδος ἡ корзина для хлеба Sext.