Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

γειτνία

From LSJ
Revision as of 07:01, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (8)

θάνατος οὐθὲν πρὸς ἡμᾶς, ἐπειδήπερ ὅταν μὲν ἡμεῖς ὦμεν, ὁ θάνατος οὐ πάρεστιν, ὅταν δὲ ὁ θάνατος παρῇ, τόθ' ἡμεῖς οὐκ ἐσμέν. → Death is nothing to us, since when we are, death has not come, and when death has come, we are not.

Epicurus, Letter to Menoeceus
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: γειτνία Medium diacritics: γειτνία Low diacritics: γειτνία Capitals: ΓΕΙΤΝΙΑ
Transliteration A: geitnía Transliteration B: geitnia Transliteration C: geitnia Beta Code: geitni/a

English (LSJ)

ἡ,

   A = γειτονία 1, Hp.Ep.23, OGI383.98 (Commagene): in pl., adjoining areas, PTeb.14.10 (ii B. C.), PAvrom.2 A8 (i B. C.), PAmh.2.68.4 (i A. D.), etc.

German (Pape)

[Seite 478] ἡ, = γειτονία, Hippocr.

Greek (Liddell-Scott)

γειτνία: ἡ, = γειτονία, Ἱππ. Ἐπιστ. 1289. 13, Α. Β. 32.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ

• Alolema(s): jón. -ίη Hp.Ep.23

• Grafía: graf. frec. en pap. γιτν-
1 vecindad, proximidad c. gen. διορίζουσιν ὀφθαλμῶν γειτνίην Hp.l.c., οἱ ἐν γιτνίᾳ μου ὄντες mis vecinos, PFlor.319.5 (II d.C.), cf. Hsch.
2 barrio ὡς ἥρμοζεν ἑκάστοις κατὰ γιτνίαν IGLS 1.98 (Comagena I a.C.).
3 plu. lindes, límites de terrenos (ἄρουραι) ὧν αἱ [γε] ιτνίαι πρό[κει] νται διὰ τῆς συγγραφῆς SB 4010.3 (II a.C.), cf. PAmh.51.16 (I a.C.), FDE 287.2 (II a.C.), BGU 94.25 (III d.C.) en BL 7.10.

Greek Monolingual

γειτνία, η (AM)
μσν.
συνοικία μιας πόλης, γειτονιά
αρχ.
1. η γειτνίαση, το να γειτονεύει κανείς με κάποιον άλλο
2. η ομοιότητα
3. οι γείτονες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γείτων (-ονος), με μηδενισμένη βαθμίδα θέματος ή < γειτνιώ, με υποχωρητικό σχηματισμό].