πολεμόκραντος
From LSJ
Πολλῶν ὁ καιρὸς γίγνεται διδάσκαλος → Rebus magistra plurimis occasio → Zum Lehrer wird für viele die Gelegenheit
English (LSJ)
ον, (κραίνω)
A finishing war, τέλος A.Th.162 (lyr.).
German (Pape)
[Seite 654] den Krieg entscheidend, vollendend, τέλος, Aesch. Spt. 146.
Greek (Liddell-Scott)
πολεμόκραντος: ον ὁ τελειώνων, ἀποφασίζων τὸν πόλεμον, Ἀσχύλου Θήβ. 161· πρβλ. μοιρόκραντος.