Θ

From LSJ
Revision as of 23:32, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (4)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Εὔπειστον ἀνὴρ δυστυχὴς καὶ λυπούμενος → Concinnat luctus suspicacem et miseria → Leichtgläubig ist ein Mann im Unglück und im Leid

Menander, Monostichoi, 183

Greek Monotonic

Θ: θ, θῆτα, τό, άκλιτο, το όγδοο γράμμα του ελλ. αλφαβ.· ως αριθμητικό, θʹ = ἐννέα, ἔνατος, αλλά ͵θ = 9.000. Το θ είναι το δασύπνοο άφωνο που σχετίζεται με το ψιλόπνοο τ και το μέσο δ.
I.Το θ μερικές φορές τρέπεται σε φ, όπως θλάω, φλάω· ομοίως στα Λατ. θήρ (Αιολ. φήρ) fera· θύρα fores· από το b, όπως ἐρυ-θρός ruber, οὖθαρ uber·
II.μεταβολές του θ στις ελλην. διαλέκτους·
1. Λακών, σε σ, όπως σάλασσα σεῖος Ἀσάνα Παρσένος αντί θάλασσα θεῖος Ἀθάνα παρθένος.
2. Αιολ. και Δωρ. τροπή σε τ, όπως αὖτις ἐντεῦθεν αντί αὖθις ἐντεῦθεν·
3. όταν το θ επαναλαμβανόταν στις δύο επόμενες συλλαβές, το προηγούμενο γινόταν τ, όπως στο Ἀτθίς.