πέδων
καλῶς γέ μου τὸν υἱὸν ὦ Στιλβωνίδη εὑρὼν ἀπιόντ' ἀπὸ γυμνασίου λελουμένον οὐκ ἔκυσας, οὐ προσεῖπας, οὐ προσηγάγου, οὐκ ὠρχιπέδισας, ὢν ἐμοὶ πατρικὸς φίλος → Ah! Is this well done, Stilbonides? You met my son coming from the bath after the gymnasium and you neither spoke to him, nor kissed him, nor took him with you, nor ever once felt his balls. Would anyone call you an old friend of mine?
English (LSJ)
ωνος, ὁ,
A one in fetters, of a slave, Ar.Fr.837.
German (Pape)
[Seite 542] ωνος, ὁ, ein schlechter Sklave, der fast immer in Fußfesseln steckt, Ar. frg. Vgl. πεδότριψ und Moeris a. a. O.
Greek (Liddell-Scott)
πέδων: -ωνος, ὁ, ὁ ἐν δεσμοῖς ὤν, ἐπὶ δούλου, Ἀριστοφ. Ἀποσπάσμ. 46· πρβλ. στίγων, καὶ ἴδε πεδότριψ.
Greek Monolingual
-ωνος, ὁ, ΜΑ
(για κακό δούλο) αυτός που είναι στα δεσμά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πέδη «δεσμός» + κατάλ. -ων, -ωνος (πρβλ. στίγων)].