ἱππομαχία

From LSJ
Revision as of 23:30, 9 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (1ab)

Ἢ μὴ ποίει τὸ κρυπτὸν ἢ μόνος ποίει → Aut occulendum nil patra, aut solus patra → Tu nichts Verborgnes oder tue es allein

Menander, Monostichoi, 225
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἱππομᾰχία Medium diacritics: ἱππομαχία Low diacritics: ιππομαχία Capitals: ΙΠΠΟΜΑΧΙΑ
Transliteration A: hippomachía Transliteration B: hippomachia Transliteration C: ippomachia Beta Code: i(ppomaxi/a

English (LSJ)

ἡ,

   A horse-fight, action of cavalry, Th.2.22, 4.72, Pl.La.193b, etc.

German (Pape)

[Seite 1260] ἡ, Reiterkampf, Plat. Lach. 193 b Thuc. 2, 22 u. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἱππομᾰχία: ἡ, μάχη ἱππικοῦ στρατεύματος, Θουκ. 2. 22., 4. 72, Πλάτ. Λάχ. 193Β, κτλ.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
combat de cavalerie.
Étymologie: ἱππόμαχος.

Greek Monolingual

η (Α ἱππομαχία) ιππομάχος
μάχη έφιππων σωμάτων, μάχη μεταξύ ιππικών στρατευμάτων («ἱππομαχία τις ἐγένετο βραχεῑα ἐν Φρυγίοις», Θουκ.)

Greek Monotonic

ἱππομᾰχία: ἡ, μάχη με άλογα, μάχη ιππικού στρατεύματος, σε Θουκ. κ.λπ.

Russian (Dvoretsky)

ἱππομᾰχία: ἡ сражение в конном строю, конное сражение Plat., Thuc., Plut.

Middle Liddell

ἱππομᾰχία, ἡ,
a horse-fight, an action of cavalry, Thuc., etc. [from ἱππομάχος