δεικτήριον
οὐ μακαριεῖς τὸν γέροντα, καθ' ὅσον γηράσκων τελευτᾷ, ἀλλ' εἰ τοῖς ἀγαθοῖς συμπεπλήρωται· ἕνεκα γὰρ χρόνου πάντες ἐσμὲν ἄωροι → do not count happy the old man who dies in old age, unless he is full of goods; in fact we are all unripe in regards to time
English (LSJ)
τό,
A place for showing; at Samos, place where Athena showed Perseus a representation of the Gorgon, EM261.9. II = δεῖγμα, PPetr.3p.333.
German (Pape)
[Seite 536] τό, nach E. M. 261, 9, ein Ort in Samos, vom Zeigen genannt. Vgl. δεῖγμα.
Greek (Liddell-Scott)
δεικτήριον: τό, μέρος ἢ τόπος πρὸς δεῖξιν· ἐν Σάμῳ, τόπος ἔνθα ἡ Ἀθηνᾶ ἔδειξεν εἰς τὸν Περσέα ὁμοίωμα τῆς Γοργόνος, Ε. Μ. 261. ΙΙ παρ’ Ἐκκλ., εἶδος ἄμβωνος.
Spanish (DGE)
-ου, τό
• Grafía: graf. δικ- SEG 23.207.35 (Mesene I a.C.)
1 sent. dud., quizá expositor para mercancías PPetr.3.142.27 (III a.C.).
2 lugar de exposición o de representaciones públicas, tal vez en forma de tablado o tribuna λέγεται ... ὁ τόπος ἐν τῷ ἐπιδείκνυνται οἱ λέγοντες ... ἤτοι τὸ ἀκροατήριον Anon.Mirac.Thecl.41.21
•prob. empleado como teatrillo para ceremonias de culto τὸ λογεῖον τοῦ δικτηρίου SEG l.c.
•lugar en Samos EM 261.9G.
3 lat. dictērium en principio tal vez canción de escarnio Varro Sat.Men.352, Mart.6.44.3, Fronto 2.102, Macr.Sat.2.1.14.
Greek Monolingual
δεικτήριον, το (Α) δείκνυμι
1. μέρος για έκθεση, παρουσίαση εμπορευμάτων
2. (στη Σάμο) τόπος όπου η Αθηνά έδειξε στον Περσέα ομοίωμα της Γοργόνας
3. δείγμα.